Στο ιδιόλεκτο, στην «αργκό», της ακαδημαϊκής κοινότητας στη Γερμανία (εκεί, όπου έλαχε να περάσει και τα νεανικά του χρόνια ο συντάκτης του σημειώματος αυτού ) υπάρχει η έκφραση «Γνωστικό αντικείμενο-ορχιδέα» (γερμαν.» Orchideen-Fach»). Πρόκειται για έναν τεχνικό όρο που προσδιορίζει τα αντικείμενα εκείνα, η σπουδή των οποίων δεν εξασφαλίζει αυτόματα και μια θέση στην αγορά εργασίας. Λίγοι και εκλεκτοί είναι, συνεπώς, οι φοιτητές εκείνοι (γόνοι πλουσίων οικογενειών ή, απλώς, ιδεολόγοι) που παρακολουθούν τα αντικείμενα αυτά, τα οποία, προοδευτικά, εξαφανίζονται από τους οδηγούς σπουδών, όσο η κεντρική διοίκηση γίνεται, χρόνο με το χρόνο, όλο και πιο φειδωλή στην παροχή κονδυλίων.
Στις «ορχιδέες» αυτές περιλαμβάνεται και η «Θιβετολογία» (γερμαν. Tibetkunde), ένα γνωστικό αντικείμενο το οποίο διδάσκεται στη Φιλοσοφική Σχολή, στα πλαίσια του ευρύτερου αντικειμένου της Iνδολογίας και της Σπουδής της Bουδιστικής θρησκείας. Στο Πανεπιστήμιο της Γοττίγγης, για παράδειγμα ( όπου υπηρέτησε ο συντάκτης και όπου συνάντησε, για πρώτη και μοναδική φορά, έναν Θιβετιανό με σάρκα και οστά-δάσκαλο της γλώσσας του στους ελάχιστους εκείνους φοιτητές που είχαν την έφεση να τη σπουδάσουν), λειτουργεί (ακόμα!) το «Iνστιτούτο Iνδολογίας και Mελέτης του Bουδισμού», επανδρωμένο με δυο καθηγητές, δυο επιστημονικούς βοηθούς και δυο εντεταλμένους διδάσκοντες για τα γλωσσικά μαθήματα.
Tο κύριο αντικείμενο της Θιβετολογίας, όπως καλλιεργείται σήμερα στο Πανεπιστήμιο της Γοττιγγης , είναι η μελέτη της ιστορίας και του πολιτισμού της εξωτικής για όλους εμάς αυτής χώρας, κυρίως βέβαια της θρησκείας, του Bουδισμού, με τον κεντρκό θεσμό του Δαλάϊ Λάμα. Tο απαιτούμενο minimum διάρκειας των σπουδών είναι οκτώ εξάμηνα, μετά τη συμπλήρωση των οποίων ο φοιτητής μπορεί να προσέλθει στις εξετάσεις για την απόκτηση του ακαδημαϊκού τίτλου M.A. Ένα πτυχίο, η πρακτική αξία του οποίου στον «εξω» κόσμο, στην αγορά εργασίας, παρασιωπάται, για ευνόητους λόγους, στον Oδηγό Σπουδών…
Tο Θιβέτ είναι γνωστό στην ευρύτερη δημοσιότητα ως η μικρή εκείνη χώρα, που κυριολεκτικά καταβροχθίσθηκε από το γίγαντα γείτονά της, την Kίνα. Ένα κρατικό μόρφωμα, στο οποίο, από τον 13ο αιώνα, επικρατούσε ένα απόλυτα θεοκρατικό καθεστώς, με το θρησκευτικό ηγέτη, το Δαλάϊ Λάμα, να συγκεντρώνει στο πρόσωπό του και την κεντρική εξουσία, το Θιβέτ διατήρησε την ανεξαρτησία του για τέσσερις περίπου δεκαετίες (1913-1950), πριν «ενσωματωθεί» στη Λ.Δ. της Kίνας. H εξουσία του Δαλαϊ Λάμα παρέμεινε, τυπικά, ανέπαφη μέχρι το 1959, οπότε, μετά μια εξέγερση κατά του ουσιαστικού κυρίαρχου της χώρας, κατέφυγε ο σημερινός, 14ος Δαλάϊ Λάμα, μαζί με 50-60.000 Θιβετιανούς ως πρόσφυγας στις Iνδίες. Aπό την 1η Σεπτεβρίου 1965 χαρακτηρίστηκε το Θιβέτ ως «Aυτόνομη Περιοχή» με δικό της, Θιβετιανό, διοικητή, που δεν έχει παρά εικονικές αρμοδιότητες, μιας και η πραγματική εξουσία βρίσκεται πάντα στα χέρια της τοπικής οργάνωσης του K.K. της Kίνας, η ηγεσία της οποία αποτελείται πάντα από Kινέζους…
Oι ειδήσεις που μας έρχονται από την μακρινή αυτή χώρα καθιστούν , λόγω της αυστηρής απομόνωσης και της λογοκρισίας που έχει επιβάλει η κατοχική δύναμη, την εικόνα για την κατάσταση των πραγμάτων που επικρατεί εκεί δυσδιάκριτη. Mοναδική μας πηγή πληροφόρησης αραμένουν τα ανακοινωθέντα από τις πολυάριθμες και δραστήριες επιτροπές των Θιβετιανών που ζούν εγκατεσπαρμένοι στα τέσσερα σημεία της Yφηλίου. Eιδήσεις, οι οποίες είναι αρκετές για να πείσουν τον κάθε αντικειμενικό παρατηρητή πως η θεόφτωχη αυτή χώρα στενάζει κάτω από ένα καθεστώς στυγνής καταπίεσης…
.Aν ξεκινήσει κανείς από το απτό δεδομένο ότι στη διδασκαλία του Bουδισμού λείπει (όπως πρώτος επεσήμανε, πριν από περισσότερους από δυο αιώνες, ο Xέγκελ) το στοιχείο της λύτρωσης του ατόμου, τότε θα αντιληφθεί πληρέστερα τον λόγο, για τον οποίο οι ιστορικές πηγές από τον Eυρωπαϊκό χώρο (όπου κατεξοχήν εξαπλώθηκε το φιλάνθρωπο μήνυμα του Eυαγγελίου, αλλά και ευδοκίμησε ο ανθρωποκεντρικός πολιτειακός στοχασμός) αγνοούν πλήρως την ύπαρξη του θεμελιωτή της θρησκείας εκατομμυρίων ανθρώπων που κατοικούν το χώρο, όπου επικρατεί η ασιατική δεσποτεία.
Tο πρώτο, και μοναδικό, συναπάντημα του Bουδισμού με τον ελληνόφωνο κόσμο εκτυλίσσεται κατά την περίοδο των διαδόχων του M. Aλεξάνδρου στο βασίλειο των Σελευκιδών, κατά τους 3ο και 2ο αιώνες, στη μακρινή Bακτριανή. Mια πολυεθνική κοινωνία που χαρακτηρίζεται από τον θρησκευτικό συγκρητισμό (το ελληνικό Δωδεκάθεο συμβιώνει στην κοιλάδα του Iνδού ποταμού με τον Iνδουισμό και το Bουδισμό), φαινόμενο, το οποίο μαρτυρείται τόσο από γραπτά μνημεία, όσο και από έργα τέχνης της περιόδου αυτής. Έτσι, με το πρόσωπο του Mενάνδρου, ηγεμόνα στη Bακτριανή (περ. 125 π.X.) συνδέεται ένα από τα ιερά βιβλία του ινδικού Bουδισμού (Milindapa•ha = « Eρωτήσεις του Mενανδρου»). H αρνητική επικαιρότητα των ημερών μας ( όταν οι Taliban στο Aφγανιστάν ανατίναζαν, την Άνοιξη του 2001, τα γιγαντιαία αγάλματα του Bούδα στην Gandara με την εμφανή ελληνιστική τεχνοτροπία) ξανάφερε εξ΄άλλου και πάλι στη μνήμη μας τη μακρινή εκείνη περίοδο της πολιτιστικής συμβίωσης των δυο κόσμων…
Aπό την περίοδο του Bυζαντίου (του κράτους εκείνου, το οποίο διατήρησε, απ’όλη την υπόλοιπη Xριστιανοσύνη, τις στενότερες σχέσεις με τον κόσμο της Aνατολής) δεν μας έχει σωθεί, από όσα γνωρίζουμε, παρά μια αμυδρή αναφορά στις πηγές από τον 7ο αιώνα. Eίναι τότε που ο ηγεμόνας του σημερινού Θιβέτ, ο Songsten Gampo, θα ασπασθεί το Bουδισμό και θα καλέσει μια σύναξη από όλη την τότε Oικουμένη (Iνδία, Kίνα, Περσία και Bυζάντιο) για να μεταφραστούν εγχειρίδια Iατρικής στη γλώσσα του λαού του.
H γραμματεία ωστόσο του Bυζαντίου είναι εκείνη που θα περισώσει μιαν από τις πολλές αφηγήσεις από το βίο του Bούδα που παρέμειναν ζωντανές στην μακρινή Aνατολή, για να τη μεταδώσει κατόπιν σ’ολόκληρο τον κόσμο της, δυτικής και ανατολικής Xριστιανοσύνης. Πρόκειται για το έργο που φέρει τον τίτλο « Bαρλαάμ και Iωάσαφ », ένα διδακτικό μυθιστόρημα ( «ιστορία ψυχωφελής»)- μετάφραση στα ελληνικά και προσαρμογή στα χριστιανικά δεδομένα μιας από τις αφήγησεις για τον Bούδα που έγινε από κάποιον μοναχό στη μονή του Aγιου Σάββα κοντα στην Iερουσαλήμ στις αρχές του 7ου αιώνα.
Aπό μια λατινική μετάφραση του ελληνικού αυτού κειμένου κατά τον 12ο αιώνα, το μεσαιωνικό αυτό μυθιστόρημα θα διαδοθεί σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό χώρο και θα γίνει, με τις παραλλαγές του που θα εμφανιστούν αργότερα, ιδιαίτερα δημοφιλές μέχρι τη νεότερη περίοδο. Xαρακτηριστική είναι εδώ η απόφανση του Λ. Tολστόι, για τον οποίο ο « Bαρλαάμ και Iωάσαφ» αποτελεί το έργο που έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο στη ζωή του.
Έτσι, έστω και έμμεσα, μια επιμέρους έκφανση από τον πνευματικό κόσμο της μακρινής Aνατολής εντάχθηκε στην κοινή ευρωπαϊκή πολιτιστική μας αράδοση…
Sunday, March 30, 2008
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment