Thursday, November 25, 2010

ΠΑΡΑΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 2 : Ο Ψευδο-μαικήνας

O εθισμός όλων μας, η καθημερινή μας επαφή με τις ποικιλόμορφες εκφάνσεις του πελατειακού συστήματος, έχει λάβει πλέον τη διάσταση (αν επιτραπεί να χρησιμοποιήσουμε την ιστορική αναλογία) ενός συλλογικού μιθριδατισμού: κανένα φαρμάκι δεν προκαλεί πλέον αντιδράσεις από τον εθισμένο οργανισμό. Θα χρειαστεί μήπως, σαν τον βασιλέα εκείνον του Πόντου του 1ου π.X. αιώνα, να αναζητήσουμε την τελική λύτρωση από το ξίφος κάποιου βαρβάρου;
Eίναι αλήθεια, για να επιχειρήσουμε μια φευγαλέα αναγωγή σε ιστορικά αλλά και σε σύγχρονα παραδείγματα, ότι το πελατειακό φαινόμενο (clientelism) συνιστά ένα στοιχείο εγγενές σε όλα τα πολιτειακά συστήματα που έχει μέχρι σήμερα γνωρίσει η ανθρωπότητα. O βαθμός ,όμως, μέχρι τον οποίον το σύστημα πάτρωνα-πελάτη έχει διαβρώσει τον ιστό μιας δεδομένης κοινωνίας αποτελεί και το κριτήριο για τον χαρακτηρισμό της ως "εκσυγχρονισμένης" ή "τριτοκοσμικής" (πβ. S.N. Eisenstadt-R. Lemarchand, Political Clientelism, Patronage and Development, Λονδίνο 1981, σ. 58-62).
Mιαν έκφανση του πελατειακού συστήματος, το οποίο έχει διαβρώσει τον δημόσιο βίο της χώρας, αποτελεί η ιδιότυπη σχέση εξάρτησης μεταξύ του "μαικήνα"- πολιτικού, ο οποίος (με ξένα κόλλυβα, δηλαδή με δημόσιο χρήμα) ανταμείβει το ευνοούμενό του ακαδημαϊκό πρόσωπο. Ένα καρκίνωμα που απειλεί σοβαρά την επιβίωση της έρευνας, ιδιαίτερα στον τομέα των ανθρωπιστικών επιστημών, στη χώρα μας.
Aπό την εποχή του Mαικήνα, του Pωμαίου πατρίκιου, φίλου και απλόχερου ευεργέτη του Oράτιου, του Bιργίλιου και πολλών άλλων ποιητών, το όνομα του οποίου ταυτίστηκε για πάντα με την ιδιότητα του ανιδιοτελούς χορηγού, παρέμεινε η υλική υπόσταση των ανθρώπων του πνεύματος άμεσα συνυφασμένη με την γενναιόδωρη διάθεση του πλούσιου, ιδιώτη ή εστεμμένου.
H μορφή του μαικήνα είναι παρούσα σε όλες τις σελίδες της Iστορίας, από την εποχή του Iέρωνα των Συρακουσών και του Aρχέλαου της Mακεδονίας μέχρι τους Mεδίκους και τον Bασιλιά-Ήλιο , το Λουδοβίκο 14ο, της Γαλλίας. Mέχρι το λυκαυγές της νεότερης ιστορικής περιόδου, όταν, μετά την εμφάνιση του τυπωμένου βιβλίου στην αγορά, οι πνευματικοί δημιουργοί θα αρχίσουν να απολαμβάνουν και αυτοί, ψιχία έστω, από τις πωλήσεις των έργων τους, η γενναιόδωρη διάθεση του μαικήνα θα παραμείνει η αποκλειστική πηγή χρηματοδότησης της πνευματικής δημιουργίας.
Kατά την πρόσφατη ιστορική περίοδο, το ρόλο του μαικήνα θα αναλάβει, κατά το μεγαλύτερο μέρος, το ίδιο το κράτος. Δημόσιο χρήμα, αλλά και δωρεές των μαικήνων που δεν έχουν εκλείψει ούτε κατά τη νεότερη περίοδο, θα κατανέμεται στους πνευματικούς δημιουργούς- υπό τη μορφή αντιμισθίας, επιδοτήσεων, χρηματικών βραβείων ή ερευνητικών κονδυλίων- από όργανα θεσμοθετημένα (ερευνητικά ιδρύματα, ακαδημίες, πανεπιστήμια κ.α.) και κάτω από συνθήκες διαφάνειας.
Δεν θα αποτελούσε διόλου υπερβολή, αν ισχυριζόταν κανείς εδώ ότι ο βαθμός της διαφάνειας κατά τη χορήγηση κονδυλίων από το δημόσιο χρήμα στους πνευματικούς δημιουργούς, αποτελεί και το μέτρο για την ιδεώδη λειτουργία ενός σύγχρονου κοινοβουλευτικού καθεστώτος. Όσο πιο διαφανή, δηλαδή, και απρόσωπα είναι τα κριτήρια των κάθε μορφής επιχορηγήσεων στην επιστημονική έρευνα, στις Tέχνες και τα Γράμματα, τόσο πληρέστερη είναι και η λειτουργία της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Eμπειρικός κανόνας, που γίνεται πληρέστερα κατανοητός, αν ανατρέξουμε στο πρόσφατο "σοσιαλιστικό" επεισόδιο της γηραιάς μας ηπείρου και θυμηθούμε τις χρυσές ημέρες που απολάμβανε η τότε πιστή στο καθεστώς ακαδημαϊκή μαφία, με χρήματα από το υπερπροϊόν του μόχθου του "κοινού" πολίτη...
Παρόμοιες καταστάσεις θυμίζουν τα πράγματα, όπως έχουν σήμερα, στον τόπο μας. Έτσι, τον παντοιοτρόπως "έρποντα και λείχοντα" ακαδημαϊκό οικόσιτο των "σοσιαλιστικών" καθεστώτων μας θυμίζει η συμπεριφορά ελάχιστων και δακτυλοδεικτούμενων εκπροσώπων της σύγχρονης μικροελλαδικής ακαδημαϊκής μας κοινότητας. Πρόκειται για το σπάνιο εκείνο είδος των συνελλήνων που κατέχει την υψηλή τέχνη να γυαλίζει τα πόμολα των εκάστοτε υπουργικών γραφείων, μέχρις ότου ανταμειφθεί με κάποιο "ερευνητικό" κονδύλιο, η ακόμα και με τη διεύθυνση κάποιου "ερευνητικού ιδρύματος" για τους μόχθους του.
Kανένα, ωστόσο. από τα όσα συστήματα πατρωνίας γνώρισαν μέχρι σήμερα οι ανθρώπινες κοινωνίες δεν έμεινε αλώβητο εις το διηνεκές, αλλά ξεπεράστηκαν όλα τους από τους νέους παράγοντες εκείνους που ξεπετάχθηκαν από τα ίδια τους τα σπλάχνα: ο Φεουδαλισμός κατάρρευσε στη Δύση, όταν η πελατεία των μισθοφόρων ιπποτών έπαψε πια να είναι χρήσιμη στους ηγεμόνες-πατρωνές τους και όταν η τάξη των αστών πέρασε βαθμιαια στη δημόσια διοίκηση, ενώ (τραγική ειρωνία!) το σοβιετικό πελατειακό σύστημα κατάρρευσε σαν χάρτινος πύργος όταν αποδείχθηκε ανίκανο να διαχειρισθεί τα μέσα παραγωγής, που, στη θεωρία, είχαν περάσει στην ιδιοκτησία των παραγωγών.
Mε την αισιόδοξη αυτή νότα και ελπίζοντας πάντα στον "τοκετό της Iστορίας", θα κλείσω λοιπόν τις σημερινές παρα-σημειώσεις.

Tuesday, November 23, 2010

ΠΑΡΑ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1:Ο “σκοτεινός” Μεσαίωνας

Προλογική παρατήρηση : Tο σύνθετο "παρα-σημειώσεις" παραπέμπει ίσως με το πρώτο συνθετικό του σημασιολογικά σε φαινόμενα-θεσμούς που μεσουρανούν στο σημερινό μικροελλαδικό μας στερέωμα. Όπως όμως η παρα-οικονομία και η παρα-παιδεία αποτελούν ένα μέρος της τρέχουσας πραγματικότητας, άλλο τόσο θα μπορούσαν κάποιες παρα-σημειώσεις να επαναφέρουν στη συλλογική μας μνήμη κάποιες εκφάνσεις από το παρελθόν, λησμονημένες ίσως , κυρίως όμως να αναζητήσουν την ιστορική συνάφεια ή κάποιες αναλογίες με το παρόν.
O όρος αποτελεί μια δική μου, κάπως αυθαίρετη, επιλογή. Oρθότερο θα ήταν το "παρασελίδιες σημειώσεις", όρος τεχνικός που έχει καθιερωθεί στη φιλολογική επιστήμη και παραπέμπει σε ένα συγκεκριμένο γραμματειακό είδος, το πιο χαρακτηριστικό για τον ευρωπαϊκό Mεσαίωνα, τόσο στη Δύση όσο και στην καθ' ημάς Ορθόδοξη Aνατολή. Πρόκειται για κάποιες σημειώσεις που ο αντιγραφέας του χειρογράφου ή ο αναγνώστης του κατέγραφε στο περιθώριο της σελίδας ("επί της ώας") του βιβλίου για να σχολιάσει, ερμηνεύοντας κάποια δυσνόητη λέξη του αρχαίου κειμένου, για να επισημάνει κάποιες αναλογίες με σύγχρονά του γεγονότα ή, ακόμα, για να καταγράψει με συντομία κάποιο σπουδαίο για εκείνον συμβάν. Aναμφίβολα, το πλήθος αυτό των "περιθωριακών" σημειωμάτων, τα marginalia, που σώζονται από την περίοδο πριν από την ανακάλυψη του Γουτεμβέργιου αποτελούν σήμερα πηγές που μας αποκαλύπτουν μερικές πτυχές από την νοοτροπία του ανώνυμου και αφανούς, του “καθημερινού” ανθρώπου του Μεσαίωνα.
Παραμένοντας στο Μεσαίωνα, ας αναρωτηθούμε στην εναρκτήρια αυτή παρα-σημείωση , σε ποιό βαθμό ανταποκρίνεται το δημοφιλές στερεότυπο περί “σκοτεινού “ Μεσαίωνα στην απτή ιστορική πραγματικότητα . Αφορμή επίκαιρη τα πρόσφατα προεκλογικά δρώμενα, από τα οποία δεν έλειψαν βέβαια οι δυο, εμβληματικές για πολλούς, πολυσχιδείς προσωπικότητες της γενέτειράς μου Θεσσαλονίκης: ΄Ανθιμος και Ψωμιάδης έδωσαν και πάλι αφορμή να γίνει λόγος περί του “σκοτεινού” Μεσαίωνα που, όπως ισχυρίστηκαν και πάλι οι διάφοροι σχολιαστές βασιλεύει στη Θεσσαλονίκη.
Πόσο “σκοτεινός” ήταν όμως ο Μεσαίωνας στη Θεσσαλονίκη; Εδώ έρχεται η ιστορική μαρτυρία να ανατρέψει το δημοφιλές στερεότυπο και να υπενθυμίσει ότι τον θώκο του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης ( από το ύψος του οποίου σήμερα ο κ. Ανθιμος εξαπολύει τους μύδρους του εναντίον αλλλοφύλων αλλά και μη αρεστών στον ίδιο συμπολιτών μας) ελάμπρυναν ιεράρχες- αυθεντικοί σκαπανείς στην εξελικτική πορεία της ανθρώπινης γνώσης. Την ημέρα του Ευαγγελισμού του έτους 842, για παράδειγμα, δεν θα διστάσει ο μητροπολίτης Λέων να τοποθετήσει την ορθόδοξη περί εικόνων ομολογία στο κήρυγμα που θα εκφωνήσει από τον άμβωνα της εκκλησίας της Αχειροποιήτου, αντιστεκόμενος έτσι στο επίσημο εικονομαχικό δόγμα. Είναι ο ίδιος εκείνος Λέων, ο οποίος θα περάσει στις σελίδες της Ιστορίας με το προσωνύμιο ο Μαθηματικός, μιας και , χαρη στο διό του πνευματικό μόχθο, θα ανασυρθεί η διδασκαλία της ‘Αλγεβρας κυριολεκτικά από την απόλυτη λήθη στην οποία είχε περιπέσει μετά τους Αλεξανδρινούς χρόνους.
Προκάτοχος του κ. ΄Ανθιμου στο θώκο της μητρόπολης Θεσσαλονίκης ήταν και ο Ευστάθιος (12ος αι.), φωτισμένος φιλόλογος ο οποίος περιέσωσε ένα μεγάλο μέρος από την χειρόγραφη παράδοση του Ομήρου και ο οποίος δεν δίσταζε να καυτηριάζει στα πονήματά του τα υποκριτικά καμώματα πολλών σύγχρονών του ρασοφόρων.
Στη Θεσσαλονίκη εξάλλου όταν ξεσπάσει η επανάσταση των Ζηλωτών (1343-1349), ένα φαινόμενο κοινωνικής αντίθεσης, θα βρεί την ιδεολογική του έκφραση ( πέντε ολόκληρους αιώνες πρίν από τους Μαρξ και Ενγκελς !) στα γραπτά του βυζαντινού μας προγόνου Αλεξίου Μακρεμβολίτη: “ ει δε πάντα κοινά, δήλον ότι και η γη και τα εξ αυτής άπαντα”.
Πόσο πιο “σκοτεινός” ήταν άραγε ο Μεσαίωνας από το σημερινό “λαμπρό νέο κόσμο “ μας;

Thursday, August 19, 2010

Ενας γόρδιος δεσμός

΄

Realpolitik (δηλαδή: άσκηση πολιτικής που ανταποκρίνεται στις πραγματικές συνθήκες) ή θωπεία και κατευνασμός των ψηφοφόρων (κοινώς: λαίκισμός) είναι το κλασικό δίλημμα που θα αντιμετωπίσει σε κάποια στιγμή της σταδιοδρομίας του ο αιρετός άρχν, οπολιτικός. ΄Ενα δίλημμα, το οπίο, όπως μας έχουν συνηθίσει, παρακάμπτουν οι πολιτικοί μας, επιλέγοντας, σχεδόν πάντοτε, την οδό της προσφυγής σε ηχηρά ημίμετρα.
Η περίπτωση της άσκησης πολιτικής για την Ανώτατη εκπαίδευση είναι η πλεόν χαρακτηριστική και καθίσταται και πάλι επίκαιρη με τα νέα μέτρα που προαναγγέλλει η αξιότιμη κυρία Υπουργός Παιδείας. Το δίλημμα λοιπόν επανέρχεται, αν δεν κλείσει τα μάτια του κανείς μπροστά σε μια ζοφερή πραγματικότητα, ότι δηλαδή ο ακαδημαϊκός μικρόκοσμος αποτελεί σήμερα μια περιφραγμένη από την τρέχουσα πραγματικότητα γωνιά, όπου, κατά τη γνώμη μου, πραγματώνεται, κάθε μέρα όλο και περισσότερο, μια πανάρχαια ιστορική εμπειρία: ότι οι θεσμοί, όπως και ο ανθρώπινος βίος, υπόκεινται στη φθορά του Xρόνου και ότι μετά την αλκή της νιότης επέρχεται, αναπόδραστα, η παρακμή των γηρατειών.
Tο Πανεπιστήμιο σήμερα έχει και εκείνο ήδη διανύσει την, κοινή για όλους τους θεσμούς, τροχιά. Ένας εκπαιδευτικός θεσμός από το δυτικό Mεσαίωνα, που γνώρισε την ακμή του κατά τον 18ο και 19ο αιώνα. Ήταν τότε που η δομή της Universitas Litterarum ανταποκρινόταν πληρέστερα στο ιδεώδες, όπως το ορίζει ο Karl Jaspers ( "Einführung in die Philosophie", Mόναχο 1957, σ.82): " Tόσο υψηλότερο είναι το επίπεδο ενός Πανεπιστημίου, όσο περισσότεροι φοιτητές του δεν χειραγωγούνται πνευματικά από τον Kανονισμό Σπουδών,αλλά ακολουθούν την οδό που ανοίγει η ίδια η δική τους διάνοια ".
Πόσο πλησιάζει άραγε η σημερινή πραγματικότητα (με τα αθώα θύματα ενός αλλοπρόσαλου εκπαιδευτικού συστήματος, τους δυστυχείς νεαρούς βλαστούς μας που πέρασαν από την προκρούστειο κλίνη των εισαγωγικών εξετάσεων, για να καταλήξουν, εξαπατημένοι και άβουλοι, στα έδρανα των A.E.I. με μοναδικό πνευματικό τους μπούσουλα το ένα και μοναδικό σύγγραμμα) στο ιδεώδες του ορισμού του γερμανού φιλοσόφου;
Σύμφυτη άρρηκτα με τον πανεπιστημιακό θεσμό είναι και η ελευθερία της από καθέδρας διδασκαλίας. Ένα προνόμιο του διδάσκοντος, το οποίο αποτελούσε, παλαιότερα, το επιστέγασμα ενός παραγωγικού πνευματικού μόχθου. Tην venia legendi, την "άδεια του διδάσκειν", παραχωρούσε η πανεπιστημιακή σχολή μόνον ύστερα από μια σειρά από δοκιμασίες, επιστέγασμα των οποίων αποτελούσε η υφηγεσία. Ένας θεσμός-ασφαλιστική δικλείδα και για τον ίδιο τον υποψήφιο πανεπιστημιακό καθηγητή, ο οποίος, όπως είναι γνωστό, έχει καταργηθεί από την Πολιτεία από το 1982.
Xωρίς να αναφερθώ εδώ στο επίπεδο της επιστημονικής επάρκειας των μελών του προσωπικού που διδάσκει έκτοτε "από καθέδρας" στα Πανεπιστήμιά μας (επίπεδο, άλλωστε, μετρήσιμο από την ποιότητα της πνευματικής παραγωγής που έχει να επιδείξει), θα επισημάνω μόνον στις συνέπειες της ισοπέδωσης ( του "εκδημοκρατισμού" κατά τους τότε και νυν ιθύνοντες) που επέφερε η "μεταρρύθμιση" του '82. Eίναι η πνιγηρή ατμόσφαιρα της "συνομωσίας των μετριοτήτων" που κυριαρχεί στα Aνώτατα Πνευματικά μας Iδρύματα. Mια ατμόσφαιρα που κρατά ερμητικά κλειστές τις θύρες των A.E.I. σε όσους προικισμένους νέους επιστήμονες θα έχουν την αφελή φιλοδοξία να τις κρούσουν, επιδιώκοντας επάξια και εκείνοι μια θέση στις βαθμίδες του διδακτικού τους προσωπικού….
‘ Ενας γόρδιος δεσμός που καλούνται οι αιρετοί μας άρχοντες να λύσουν.

Wednesday, August 4, 2010

Μια νότα αισιοδοξίας: “Η επανάσταση του Αυτονόητου”

“…Oι σημερινοί Ρωμιοί πρέπει να αντικρίσουν το μέλλον, προσπαθώντας να επανακτήσουν την αρχαία εκείνη αρετή, την εργατικότητα και την φιλοπονία που υπήρχε στις ψυ¬χές των Eλλήνων · το αρχαίο πνεύμα των Eλλήνων ".
Μια παραίνεση που περιλαμβάνεται σε επιστολή του μεγάλου ποιητή της Aγγλίας, του John Milton (1608-1674), ο οποίος απαντά με τον τρόπο αυτόν σε εκκλήσεις για την απελευθέρωση του τουρκοκρατούμενου γένους, που θα του απευθύνει από το Παρίσι του Ρισελιέ ένας Αθηναίος της διασποράς, ο Λεονάρδος Φιλαράς. Μια ιστορική μαρτυρία με ιδιαίτερη αξία σήμερα (με τις ειρωνικές αναφορές στην κλασική αρχαιότητα, με τις οποίες διανθίζει ο ξένοςΤύπος τις δυσοιωνες προβλέψεις για την ελληνική Οικονομία), διότι αποτελεί ένα από τα πρώιμα δείγματα της νοοτροπίας που επικρατεί διαχρονικά στην Εσπερία: σε ποιό βαθμό, δηλαδή, είναι οι Νοέλληνες αντάξιοι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων.
Ερώτημα υπαρξιακό για τη σημερινή μας συλλογική οντότητα που απαιτεί μια νηφάλια θεώρηση της μακραίωνης ιστορικής πορείας του Ελλληνισμού. Άν ανατρέξει, λοιπόν, κανείς στον εθνογενετικό μύθο του φύλου των Iώνων, θα διαπιστώσει ότι οι τεχνίτες (οι δημιουργοί ) απαρτίζουν μιαν από τις τέσσσερεις πρωτογενείς κοινωνικές κατηγορίες. Σύμφωνα με τον μύθο αυτόν, όπως τον παραδίδει ο Στράβων, οι τέσσερεις γιοι του επώνυμου γενάρχη Ίωνα ήταν, αντίστοιχα, επικεφαλής των γεωργών, των δημιουργών, των ιεροποιών και των φυλάκων. Ένας μύθος που αντανακλά, χωρίς άλλο, την αρχέγονη αντίληψη για τη συνάφεια της δραστηριότητας του τεχνίτη με το κοινωνικό του σύνολο.
O άνθρωπος ως δημιουργός τόσο στον τομέα του υλικού αλλά και του πνευματικού πολιτισμού αποτελεί ένα ζήτημα που παραμένει στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος κατά τον 5ο π.X. αιώνα. Φαινόμενο ιστορικό που αντανακλάται και στην ποίηση της εποχής, όπως, για παράδειγμα, στο πρώτο στάσιμον της "Aντιγόνης" του Σοφοκλή: " Πολλά είναι τα θαυμαστά, μα τίποτε πιο θαυμαστό από τον άνθρωπο. Aυτός περνά και πέρα από τον τρικυμισμένο άσπρο πόντο με τις φουρτούνες του νοτιά…και την υπέρτατη θεά, τη Γή, την άφθαρτή κι ακούραστη αυτός καταπονεί οργώνοντας χρονο το χρόνο με αλέτρια " (Aντιγόνη", στ. 331 κ. ε. Μετάφραση Γ. Mαρκαντωνάτου, Aθήνα 1985, σ. 111).
Ένας ύμνος στην ανθρώπινη δημιουργία που καταλήγει ωστόσο με την επισήμανση ότι τόσο τα πνευματικά έργα όσο και τα δημιουργήματα της τεχνολογίας θα πρέπει να εμπνέονται από την αίσθηση του καθήκοντος απέναντι στο κοινωνικό σύνολο
Μια ιστορική παρακαταθήκη, την οποία, όπως φαίνεται, οι σημερινοί Νεοέλληνες έχουν αποβάλει από τη συλλογική τους συνείδηση: οι αιώνες του Βυζαντίου και της Τουρκοκρατίας που μεσολάβησαν από την Κλασική αρχαιότητα μέχρι σήμερα έχουν σημαδέψει ανεξίτηλα τη συλλογική μας νοοτροπία: το βυζαντινό “σωματείον” και το τουρκικό “esnaf”, κλειστές επαγγελματικές ομάδες που θεραπεύουν εγωιστικά το ίδιο συμφέρον και λειτουργούν ακόμα ως ομάδες πίεσης, περιφρονώντας το κοινωνικό σύνολο.
Το “σωματείον” των ιδιοκτητών φορτηγών αναγκάστηκε (από τις επιταγές της ξενόφερτης “τρωικας”, ας μην το λησμονούμε) να βάλει προς το παρόν την ουρά κάτω από τα σκέλια. Σειρά έχουν τώρα οι αυτόκλητοι “κοινωνικοί αγωνιστές” της Δ.Ε.Η. και τα υπόλοιπα εσνάφια της μικροελλαδικής κοινωνίας.
Θα τους αντιμετωπίσει, άραγε, εξίσου αποτελεσματικά η “επανάσταση του αυτονόητου’ που διακηρύσσουν οι αιρετοί μας άρχοντες;

Wednesday, July 21, 2010

Ρόζα Λουξεμπούργκ: Υποθήκες

Η εμπειρία από την τρέχουσα επικαιρότητα, (τη ζοφερη πραγματικότητα των ημερών μας, με την άνανδρη δολοφονία ενός συνανθρώπου μας από μια δράκα αυτοαποκαλούμενων “κοινωνικών αγωνιστών”) μας οδηγεί στη διαπίστωση πόσο επίκαιρη παραμένει σήμερα η θεώρηση μιας διανοούμενης που , πριν από έναν σχεδόν αιώνα, απαξίωνε την πολιτική δολοφονία ως μέσο για την επίτευξη των στόχων της προλεταριακής επανάστασης.
Γράφει λοιπόν η (δολοφονημένη τον Ιανουάριο του 1919 από γερμανούς φασίστες) Rosa Luxemburg : “Για να πετύχει τους στόχους της η προλεταριακή επανάσταση δεν χρειάζεται την τρομοκρατία, η ίδια μισεί και συχαίνεται τη δολοφονίσ ανθρώπων. Της είναι άλλωστε άχρηστα ως μέσα για τη διεξαγωγή του αγώνα, διότι μάχεται εναντίον θεσμών και όχι μεμονωμένων ατόμων… ( η εανάσταση) δεν είναι η απέλπιδα προσπάθεια κάποιας μειονότητας να προσαρμόσει δια της βίας τον υπόλοιπο κόσμο στα δικά της ιδεώδη προτυπα. (η Επανάσταση) είναι το γιγάντιο κίκημα των εκατομμυρίων από τη λαϊκή βάση, η οποία έχει προορισθεί να εκπληρώσει την ιστορική αποστολή και να μετατρέψει την ιστορική αναγκαιοτητα σε ρεαλιστική πραγματικότητα” ( Rosa Luxemburg, Gesammelte Werke, τ.4, 440 κ.ε.) .
Δεν είναι όμως σήμερα απλώς επίκαιρη, λόγω της τρέχουσας συγκυρίας , η σκέψη της Ρ. Λουξεμπουργκ αλλά παραμένει διαχρονικά ως η κατεξοχήν έκφραση της εναλλακτικής εκδοχής του σοσιαλισμού. . ΄Ετσι κλασικός για την τάση που εκπροσωπεί, παραμένει ο ορισμός της για την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών : « Ελευθερία μόνο για τους κυβερνητικούς οπαδούς, μόνο για τα μέλη του κόμματος, όσο πολυπληθή και να είναι αυτά, δεν ε είναι διόλου ελευθερία. Η ελευθερία είναι πάντα και αποκλειστικά η ελευθερία που έχουν οι αντιφρονούντες. Τούτο όχι εξαιτίας κάποιους φανατικής αντίληψης περί Δικαίου αλλά διότι ο,τι αξιομνημόνευτο, ολοκληρωμένο αλλά και λυτρωτικό ενυπάρχει στην πολιτική ελευθερία εξαρτάται από το βασικό αυτό χαρακτηριστικό (την ελευθερία που απολαμβάνουν οι αντιφρονούντες), Χαρακτηριστικό που παύει να υπάρχει όταν η «Ελευθερία» αναχθεί σε κάποιο ιδιαίτερο προνόμιο».
Το παραπάνω χωρίο αποδίδει ακριβώς την πεμπτουσία του Δημοκρατικού σοσιαλισμού. Μια διακήρυξη ωστόσο, την οποία οι συνθήκες δεν επέτρεψαν να εφαρμοσθεί στην κυβερνητική πράξη. Οι όποιες πρώτες απόπειρες της εφαρμογής στην καθημερινή πράξη του «σοσιαλισμού με το ανθρώπινο πρόσωπο», (στη Χιλή του Αλλιεντε ή στην Τσεχοσλοβακία του Ντουμπτσεκ) θα ματαιωθούν γρήγορα από τις δυο παγκόσμιες Υπερδυνάμεις, οι οποίες θα αντιδράσουν σε κοινωνικούς «πειραματισμούς» που θέτουν υπο αμφσβήτηση τα δομικά χαρακτηριστικά του κρατούντος συστήματος. ΄ Ο σοσιαλισμός του Αλιέντε και ο πλουραλισμός του Ντουμπτσεκ αποτέλεσαν το κόκκινο πανί για τους πανίσχυρους γείτονες...
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ , για να περάσουμε και στην τρέχουσα καθ’ημάς πραγματικότητα, αποτελεί αδιαμφισβήτητα ένα ιδεολογικό πρωτοπόρο του δημοκρατικού σοσιαλισμού, τον οποίο προσπαθούν στις μέρες μας να συγκροτήσουν ως μια συντεταγμένη πολιτική ενότητα , ως κόμμα, μεμονωμένα στελέχη που, όπως είναι γνωστό, αποσπάστηκαν απο το κόμμα , του οποίου στη Βουλή ηγείται ο κ. Τσίπρας,
Μπορεί όμως μια τέτοια απόπειρα να αποτελέσει και μια ρεαλιστική κυβερνητική εκδοχή;.

Wednesday, July 7, 2010

Ο αναχρονισμός ως φαινόενο του παρόντος

Καθώς , όσο το θερινό ζώδιο διανύει την τροχιά του και η αποχαυνωτική ραστώνη προσλαμβάνει κάθε μέρα και ευρύτερες διαστάσεις στον ελλαδικό μας μικρόκοσμο, οι αποκαλύψεις για τη δημόσια διαφθορά που καθημερινά πληθαίνουν δεν φαίνεται να προκαλούν πλέον κάποια αντίδραση από την πλευρά του κοινωνικού συνόλου των αρχομένων. Διατελούμε όλοι μας πλέον, αυτό είναι βέβαιο, σε μια κατάσταση συλλογικού μιθριδατισμού απέναντι στα κατορθώματα των αιρετών μας αρχόντων. Δεδομένο που επιτρέπει στους ίδιους να προβάλλουν, θρασείς λαλίστατοι ,από τηλοψίας για να εκθειάσουν τα όποια έργα τους «χωρίς σύνεσιν, χωρίς αιδώ»....
Τις συνέπειες από τη δημόσια αυτή επίδειξη αυθάδειας από το μέρος των φαύλων αιρετών μας αρχόντων επιτείνει (εκτός από την αδράνεια από όλους εμάς τους «κοινούς υπηκόους» ) και η παντελής απουσία από το πολιτικό γίγνεσθαι ενός αντίπαλου δέους, ακριβέστερα: της προοδευτικής Αριστεράς. Μεταθέτοντας λοιπόν τη θεώρηση του ρόλου της εναλλακτικής εκδοχής της Αριστεράς στο σημερινό μας δημόσιο βίο μας για το επόμενο σημείωμα, θα επιχειρήσω σήμερα να προσεγγίσω την ιερή αγελάδα της «ορθόδοξης» Αριστεράς που κατευθύνεται από το ιερατείο των μελάθρων του Περσσού.
Το Κ.Κ.Ε. αποτελεί σήμερα ένα κατάλοιπο από το παρελθόν, κύριο γνώρισμα του οποίου αποτελεί η εμμονή σε μιαν ανακόλουθη συλλογιστική. Φαινόμενο, το οποίο σημαδεύει ανέκαθεν την ανθρώπινη ιστορία και που χαρακτηρίζεται από μιαν ιδιότυπη στατική θεώρηση του παρελθόντος. Μια αναχρονιστική εμμονή στην Ιστορία, η οποία συντηρεί, περα και πάνω από κάθε ιστορική αλληλουχία , ως ύψιστο ιδεολόγημα τη διαχρονικότητα ενός μύθου. Το Κ.Κ.Ε., με άλλα λόγια,, παραμένει σε μιαν ψευδο-επαναστατική εγρήγορση και, σε πείσμα των αντικειμενικών συντήκων της ρεαλιστικής πραγματικότητας δεν έχει να προσφέρει παρά την σοβιετοποίηση της κοινωνίας και της Οικονομίας.
Το Κ.Κ.Ε. αποτελεί σήμερα έναν παράγοντα αναχρονισμού, που απευθύνεται στο κοινωνικό μας σύνολο με έναν οιονεί ποιμαντορικό, άρα προτρεπτικό, λόγο που αγνοεί την προοπτική του χρόνου, την ιδιαιτερότητα των στιγμών που σήμερα βιώνουμε και την ιστορική αλληλουχία. Στα πλαίσια της υπερβατικής νοσταλγίας για τις «σοβιετικές ημέρες» που αποπνέει η ιδεολογία του, το νόημα της Ιστορίας βρίσκεται πέρα και πάνω από αυτήν. «Κι αυτή ακόμα η ανθρώπινη φύση καθίσται αντικείμενο της αναχρονιστικής θεώρησης . ΄Ολες οι γενεές του ανθρώπου βαρύνονται από το προπατορικό αμάρτημα, όπως και ‘όλοι οι Εβραίοι είναι ένοχοι για τη Σταύρωση. Οι Σταυροφόροι πίστευαν, έτσι, κτά τον 11ο αιώνα, ότι τιμωρούσαν όχι τους απογόνους, αλλά τους ίδιους τους φονεις του Ιησού. Οι αιώνες που είχαν ξυλίσει στο μεσοδιάστημα δεν είχαν καμιά σημάδια για αυτούς « (A. Gurevich, Categories of Medieval Culure, Λονδίνο 1985, σ.130).
Όχι, μέσα στην τρέχουσα συγκυρία δεν αποτελεί το ιερατείο του Αναχρονισμού, που εδρεύει στον Περισσό έναν παράγοντα κοινωνικής προόδου.

Wednesday, June 23, 2010

Τα δυο πρόσωπα του Ιανού

Σε όσους από τους συνέλληνες, ( σαστισμένους από την ομοβροντία των μέτρων «δημοσιονομικής εξομάλυνσης» που ήδη εφαρμόζουν οι αιρετοί τους άρχοντες) επιτρέψουν οι ζοφερές συνθήκες να ορθώσουν κάπως την κεφαλή τους, θα αντικρίσουν, στην τρέχουσα πραγματικότητα που τους περιβάλλει, τη διπλή όψη του ρωμαϊκού θεού Ιανού: η Παγκοσμιοποίηση, όπως αυτή εμφανίζεται στις μέρες μας με τη δημοσιονομική κρίση που επικρατεί στις κοινωνίες του ύστερου καπιταλισμού στη Δύση, θα προβάλει με τη μια όψη, ενώ θα αντανακλάται από τη δεύτερη η παραδοσιακή, η πατροπαράδοτη δημόσια διαφθορά που σταθερά ξεχωρίζει τον κόσμο της καθ’ημάς Ανατολής από την Εσπερία.
Σε ό,τι αφορά στην πρώτη διάσταση της τρέχουσας πραγματικότητας οφείλει κανείς να παραδεχθεί ότι διεκδικούμε οι Νεοέλληνες μια παγκόσμια πρωτιά ανάμεσα στις κοινωνίες, όπου έχουν επικροτήσει οι συνθήκες του ύστερου καπιταλισμού. Παραμένοντας πιστοί στο σύστημα οι δικοί μας αιρετοί άρχοντες , προσφεύγουν σε μέτρα εγγενή προς τη λογική του, χωρίς καν να διανοηθούν να διαταράξουν, έστω και κατ’ ελάχιστο, το μηχανισμό του. Το μεγάλο κεφάλαιο (ιδιαίτερα το τραπεζικό αλλά και η χρηματιστηριακή σπέκουλα) παραμένει ασύδοτο και ελεύθερο να συσσωρεύει, το κέρδος από τη δραστηριότητά του, ενώ με τα μέτρα «δημοσιονομικής εξομάλυνσης» πλήττεται το κατ’εξοχήν μέρος που παράγει το υπερπροϊόν στην Οικονομία, οι εργαζόμενοι. Πάγωμα μισθών για τους ασθενέστερους αλλά., κυρίως, αφαίμαξη των αποδοχών της μεσαίας τάξης (τουλάχιστον 8.000 ευρώ , για παράδειγμα, για τους συνταξιούχους καθηγητές Α.Ε.Ι), ριζική αναθεώρηση επί τα χείρω του συνταξιοδοτικού συστήματος, χαλάρωση των μέτρων που προστατεύουν τον εργαζόμενο από την αυθαιρεσία του κεφαλαιούχου εργοδότη έχουν ήδη σπεύσει να θεσμοθετήσουν οι αιρετοί μας άρχοντες , διεκδικώντας, αν μη τι άλλο, τη φήμη των ρηξικέλευθων πρωτοπόρων στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία. Μέτρα, στα οποία, όπως βλέπουμε, προσφεύγουν στις μέρες μας ακόμα και χώρες με πιο ανεπτυγμένη οικονομία, όπως η Ισπανία, η Γερμανία, η Αγγλία αλλά και η Ιαπωνία.
Μέσα όμως στη γενική αυτή τάση της παγκοσμιοποίησης ξεχωρίζει η δική μας, η ελληνική διαφορά. Διότι, σε αντίθεση με τις δυτικές κοινωνίες (ιδιαίτερα με την Ιαπωνία) που συγκροτούνται από λαούς που, όπως δείχνουν τα πράγματα, επιδεικνύουν ένα είδος συλλογικής πειθαρχίας, στη μοκροελλαδική μας κοινωνία , η δυσθυμία του υπηκόου απέναντι στα μέτρα των ιθυνόντων αποδεικνύεται ότι έχει διαστάσεις δυσθεώρητες. Μια συλλογική αντίδραση των υπηκόων που την υποθάλπει η δραστηριότητα μιας πολιτικής παράταξης με ευάριθμους μεν οπαδούς, η οποία ωστόσο διακατέχεται από μιαν άκαιρη και αναχρονιστική ψευδο-επαναστατική ιδεολογία.
Το έτερο πρόσωπο του Ιανού που προβάλλει στις μέρες μας είναι η διαχρονική ιδιαιτερότητα που ενδημεί στο χώρο της καθ’ημάς Ανατολής. Είναι η δημόσια διαφθορά που, ανέκαθεν, ανθούσε στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλιάς από τη σύστασή της ως κράτος. Είναι η λεγόμενη « διαφθορά της καθημερινότητας», η «μικρή διαφθορά» (petty corruption) , όπως αυτή αποκαλύπτεται, για παράδειγμα, με τις εγκληματικές οικονομικές ταχυδακτυλουργίες ευάριθμων ταγών της υγείας στα δημόσια νοσοκομεία. Είναι όμως και η διαφθορά των κατά καιρούς αιρετών μας αρχόντων που σήμερα εμφανίζονται ακόμη δημηγορώντας δημόσια , χωρίς σύνεσιν, χωρίς αιδώ ....
Οι δυο όψεις του Ιανού, που προβάλλουν στην τρέχουσα μικροελλαδική μας καθημερινότητα .

Wednesday, June 9, 2010

Μηδίσαντες και γραικύλοι - Eνα διαχρονικό φαινόμενο

Μέσα στη γενικότερη κατάθλιψη που κυριαρχεί σήμερα και ενάντια στην καθημερινά διογκούμενη τάση αυτο-απαξίωσης που μας χαρακτηρίζει ως κοινωνικό σύνολο, ας επιχειρήσουμε στο σημείωμα αυτό ( σε μια προσπάθεια να υπερβούμε την γενικότερη κατάθλιψη και τη συλλογική μεμψιμοιρία που προσδιορίζουν την ιδιαιτερότητα των καιρών μας) μια σύντομη αναδρομή σε μια αντικειμενική διάσταση που χαρακτηρίζει διαχρονικά τη Ρωμιοσύνη: τη μακρά ιστορική μας διαδρομή, η οποία αποκαλύπτει και την αδιάλειπτη συνέχεια του Ελληνισμού ως ιστορικής κατηγορίας.
Η μακρά μας ιστορία λοιπόν, αποκαλύπτεται, αν θελήσουμε να την προσεγγίσουμε με νηφάλια διάθεση, ως ένα θλιβερό προνόμιο που διαθέτουμε ως έθνος. Διότι οι ιστορικές μας δέλτοι δεν περιλαμβάνουν μόνο σελίδες δόξης λαμπρές , αλλά διδάσκουν ότι μια βασική συνιστώσα της εθνικής μας ιδιοσυστασίας είναι εκείνη που, σε στιγμές κρίσης και παρακμής της ιστορικής μας περιπέτειας, ρίχνουν τη βαριά σκιά τους και μας καθιστούν κάθε άλλο παρά υπερήφανους. Είναι οι χρονικές στιγμές εκείνες που κάποιοι από τους κατά καιρούς άρχοντες θα προκρίνουν , σε καιρούς υπαρξιακής κρίσης του γένους, να υπηρετήσουν το ίδιον οικονομικό συμφέρον, προσχωρώντας, έναντι οικονομικού ανταλλάγματος, στο στρατόπεδο του εχθρού αντί να ταχθούν αλληλέγγυοι στο πλευρό του δοκιμαζόμενου κοινωνικού συνόλου.
Κοινά είναι τα τυπολογικά χαρακτηριστικά των κατά καιρούς εξoμ0τών του γένους, ενώ η ονομασία τους , κατά τις χρονικές περιστάσεις, ποικίλλει: είναι οι μηδίσαντες εκείνοι ΄Ιωνες σατραπίσκοι που, προτιμώντας τα υλικά αγαθά, τάχθηκαν στο πλευρό του Πέρση εισβολέα, είναι οι γραικύλοι (graeculi κατά τον περιφρονητικό χαρακτηρισμό του Κικέρωνα) που θα προσφέρουν τις καλές τους υπηρεσίες στο Ρωμαίο κατακτητή, οι κοτζαμπάσηδες της Τουρκοκρατίας και κάποιοι Φαναριώτες , υποχείρια της Υψηλής Πύλης, οι μαυραγορίτες, τέλος, και οι συνεργάτες του Γερμανού κατακτητή, οι οποίοι θα αποτελέσουν τον πυρήνα της μετεμφυλιακής Δεξιάς...
Θα παραμείνουν άραγε και οι μηδίσαντες των ημερών μας, όπως και οι παλαιότεροι της συνομοταξίας τους, ατιμώρητοι και θα εξακολουθήσουν να προκαλούν- χωρίς σύνεσιν, χωρίς αιδώ- το κοινό αίσθημα υπό την προστασία του νομικού εφευρήματος της παραγραφής που επινόησαν οι δυο μεγάλες κοινοβουλευτικές παρατάξεις; Θα εξακολουθήσουν άραγε να απολαμβάνουν τα υλικά αγαθά που απέκτησαν, με τα ποικίλης μορφής off shore αλισβερίσια παρέχοντας τις καλές τους υπηρεσίες σε ξένους οικονομικούς κολοσσούς, πολεμικές βιομηχανίες, οι οποίες είναι κυριολεκτικά οι θανάσιμοι εχθροί του κοινωνικού μας συνόλου σήμερα , διότι απομυζούν το εθνικό μας υπερπροϊόν, το υστέρημα του «κοινού» συνέλληνα με τα οπλικά συστήματα που μας παρέχουν;
Τα τελευταία εικοσιτετράωρα αποκαλύπτεται στα μάτια του «κοινού» συνέλληνα το μέγεθος της διαφθοράς που, όσο περνούν οι ώρες, διογκώνεται. Οι αποκαλύψεις των τελευτών ημερών (όσες τουλάχιστον ξεφύγουν από τον έλεγχο του διεφθαρμένου συστήματος της κομματοκρατίας) δείχνουν ότι , πέρα από την «μικρή διαφθορά» (petty corruption) φαινόμενο καθημερινό, απέναντι στο οποίο είχε ήδη αναπτύξει ένα είδος μιθριδατισμού η μικροελλαδική κοινωνία είχε αναπτυχθεί το καρκίνωμα της διαφθοράς των αιρετών μας αρχόντων. Οι μέρες που έρχονται θα αποκαλύψουν ότι το «λάδωμα» του κατώτερου γραφειοκράτη, το πατροπαράδοτο «μπαξίσι» για τον έφορο ή τον υπάλληλο της Πολεοδομίας ή το «φακελάκι» για το γιατρό (όρος τεχνικός που έχει ήδη περάσει ως δάνειο στη γλωσσική χρήση των κοινοτικών μας εταίρων) δεν αποτελούσαν μέχρι τώρα παρά ανώδυνες παρενέργειες του μικροελλαδικού μας συστήματος.
Ποιες διαστάσεις θα λάβει τότε η δυσθυμία του «καθημερινού» υπηκόου;

Wednesday, May 26, 2010

«Τη λύση θα τη δώσει ο λαός»

Παραμένοντας στο κλίμα των ημερών και αναζητώντας, με τις περιορισμένες δυνατότητες του «απλού» υπηκόου, κάποια ελπιδοφόρα αχτίδα στην άκρη του θεοσκότεινου τούνελ, όπου μας έχουν παρατήσει εκεί οι αιρετοί μας άρχοντες, αναλογίζομαι ότι και στην περίπτωση της τρέχουσας βαθιάς κρίσης που βιώνουμε ως κοινωνικό σύνολο θα πρέπει να έχει εφαρμογή μια, διαχρονική όσο και πανάρχαια, ιστορική εμπειρία: ότι δηλαδή στο κάθε φαινόμενο που εμφανίζεται κατά τη διάρκεια του ιστορικού γίγνεσθαι ενυπάρχει και ο πυρήνας της αναίρεσής του.
Πασχίζοντας λοιπόν να διαπιστώσω, κατά πόσον έχει εφαρμογή και στην περίπτωση μας το αξίωμα που πρώτος διατύπωσε ο πατέρας του σύγχρονου ιστορικού στοχασμού. o G. F. Hegel, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η «δυσθυμία του υπηκόου», έτσι όπως προσπάθησα να την περιγράψω στο προηγούμενο σημείωμα, θα αποτελέσει τον καταλύτη της μελλοντικής εξέλιξης. Η δυσθυμία του υπηκόου συνιστά κατά την τρέχουσα περίοδο τη μοναδική παράμετρο που βρίσκεται σε αυθεντική αντίθεση με την κρίση άλλά, και γενικότερα, την παρακμή, στην οποία μας έχει οδηγήσει ο απατηλός λαϊκισμός της κομματοκρατίας .
«Τη λύση θα τη δώσει ο λαός» σε πείσμα των όποιων μέτρων και χειρισμών πασχίσουν να εφαρμόσουν οι αιρετοί του άρχοντες. Μια απόφανση που δεν αποτελεί άλλο ένα slogan από το οπλοστάσιο των κενών κομματικών συνθημάτων που διαθέτει το κόμμα εκείνο που εξ ορισμού μονοπωλεί την έκφραση της λαϊκής βούλησης, αλλά ένα απόλυτο αξίωμα που εδράζεται στην αυθεντική ιστορική εμπειρία.
Τρείς σημαδιακές ιστορικές στιγμές κατά την πρόσφατη περίοδο (1789, 1848, 1989) αναδεικνύουν περίτρανα την ορθότητα της ρήσης του Ηegel ότι ο «δόλος της Λογικής στην Ιστορία» ( « die List der Vernunft in der Geschichte»)δεν είναι άλλος από την «γενική βούληση», όπως την εκφράζει ο Διαφωτισμός, που αναδεικνύεται πάντοτε υπέρτερη από τους χειρισμούς των πολιτικών. ΄Ετσι, το 1789, η απόφαση του Λουδοβίκου 16ου να συγκαλέσει τη συνέλευση των εκπροσώπων των τριών τάξεων (Etats Generaux) θα είναι εκείνη που, αντί να αποτρέψει , θα επιταχύνει τις επαναστατικές διεργασίες στη Γαλλία. Το 1848 το περίτεχνο πλέγμα ισορροπίας δυνάμεων (που είχαν εξυφάνει , το 1815, οι μονάρχες της Ιεράς Συμμαχίας) θα αποδειχθεί αδύναμο να συγκρατήσει την ορμή του Εθνικισμού και του του Φιλελευθερισμού. Το 1989, τέλος, με την ουσιαστική ήττα της Υπερατλαντικής κοσμοκράτειρας, μας δείχνει πόσο μάταιες ήταν οι εκατόμβες του Βιετνάμ που είχαν ως μοναδική τους νομιμοποίηση τα αμερικανικά «σενάρια του ντόμινο»...
«Τη λύση θα τη δώσει ο λαός». Μια απόφανση, είναι αλήθεια, που σήμερα προβάλλεται συχνά από το μοναδικό πολιτικό σχηματισμό στη χώρα μας που συντηρεί , μαζί με τα ιερά για εκείνον κειμήλια του παρελθόντος στον περίβολο του κτιρίου του, έναν τελετουργικό και ψευδο- επαναστατικό πολιτικό λόγο. ΄Εναν λόγο χωρίς συνάφεια με τα αυθεντικά προβλήματα του παρόντος, ο οποίος παραμένει προσανατολισμένος σε ένα παρελθόν που έχει οριστικά καταδικαστεί από την αντικειμενική ιστορική εξέλιξη. Διότι η ηγεσία που εδρεύει στα μέλαθρα του Περισσού δεν έχει να υποδείξει (πβ. την συνέντευξη της κ. Παπαρήγα στην προχθεσινή Κ.Ε. ) παρά την «ανατροπή του Καπιταλισμού» και την επιστροφή στην αλήστου μνήμης σοβιετική οικονομία.
Μια νοσταλγική αλλά άκαιρη για τις σημερινές συνθήκες πρόταση που αποκαλύπτει ότι και το ημέτερο Κ.Κ. αποτελεί και εκείνο έναν αναχρονισμό που επιβιώνει στις μέρες μας μόνο από την κεκτημένη ψευδο-προοδευτική του ταχύτητα.

Thursday, May 13, 2010

Ιστορικές αναλογίες

Οι κοσμογονικές αυτές ημέρες της κρίσης, με την οποία είμαστε όλοι μας αντιμέτωποι ως κοινωνικό σύνολο, ξαναφέρνουν στο νου τις «ημέρες της Βαϊμάρης», τη βαθιά δηλαδή οικονομική, πολιτειακή αλλά και πνευματική κρίση που επικράτησε στη Γερμανία κυρίως, αλλά και σε άλλες χώρες της Κ. Ευρώπης, κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου.
Ενα κοινωνικό φαινόμενο το οποίο αντανακλάται τόσο από τη συλλογική συμπεριφορά των απλών πολιτών εκείνης της ιστορικής περιόδου, αλλά κυρίως από το όργανο επικοινωνίας τους, τη γλώσσα της καθημερινότητας.
Ετσι με τη μοναδική ιδιότητα που έχει η γερμανική γλώσσα να σχηματίζει λέξεις πολυθεματικές, σύνθετες, που αποδίδουν μονολεκτικά με ακρίβεια το σημασιολογικό περιεχόμενο από σύνθετες έννοιες, θα προκύψουν κατά την περίοδο αυτή νεολογισμοί, λεκτικές ενότητες που εμφανίζονται όλο και συχνότερα στον προφορικό αλλά και τον γραπτό λόγο της περιόδου εκείνης και οι οποίες αποδίδουν ακριβώς το κοινό αίσθημα των αρχομένων.
Οι νεολογισμοί, οι οποίοι θα περάσουν στην ευρύτατη χρήση και οι οποίοι χαρακτηρίζουν τον δημόσιο λόγο κατά την ιστορική περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης στη Γερμανία (1918-33), είναι οι λέξεις που εκφράζουν το συλλογικό φρόνημα και έχουν ως δεύτερο συνθετικό τη λέξη «δυσθυμία» (Verdrossenheit): «δυσθυμία κατά της πολιτικής» (Politikverdrossenheit), «δυσθυμία κατά του κράτους» (Staatsverdrossenheit),αλλά και συχνότερα «δυσθυμία κατά των κομμάτων» (Pateienverdrossenheit). Μια συλλογική συμπεριφορά που απορρέει από την απογοήτευση του «κοινού» υπηκόου από την πολιτεία των αιρετών αρχόντων του αλλά και από την κρίση επιβίωσης που αντιμετωπίζει κατά την περίοδο αυτή της οξείας οικονομικής κρίσης. Η δυσθυμία του κοινού πολίτη κατά των αιρετών αρχόντων του είναι διάχυτη και στις μέρες μας. Ενα δεδομένο, τα γενεσιουργά αίτια του οποίου δεν είναι διαφορετικά από εκείνα της φαινομενικά απόμακρης περιόδου της Βαϊμάρης.
Διότι σήμερα είναι πλέον ξεκάθαρο ότι η κακοδαιμονία, που μας έχει οδηγήσει ως κοινωνία και ως κράτος στο χείλος του γκρεμού, οφείλεται στην ανικανότητα του κομματικού συστήματος (κυρίως: στην αβελτηρία των ηγετών του) να αντιμετωπίσει την κρίση. Δεν είναι δε διόλου τυχαίο (άλλη μια αναλογία των καθ' ημάς πραγμάτων με εκείνα της περιόδου της Βαϊμάρης) ότι η επωδός στην καθημερινή κουβέντα του κοσμάκη στα καφενεία εκφράζει συχνά τη νοσταλγία για τις μέρες της αλήστου μνήμης Απριλιανής «Επανάστασης»...
Ενα επιπρόσθετο χαρακτηριστικό της τρέχουσας περιόδου της βαθιάς κρίσης που δοκιμάζει το κοινωνικό μας σύνολο είναι μια επιπλέον αναλογία που παραμένει ζωντανή στον δημόσιο βίο μας. Ενας κατ'εξοχήν αναχρονιστικός παράγοντας που εμποδίζει την όποια ανάπτυξη μιας αυθεντικής προοδευτικής πρωτοβουλίας από την πλευρά των αιρετών αρχόντων μας. Ο λόγος για τους δικούς μας Ταλιμπάν, τους ορκισμένους εχθρούς της οποιασδήποτε πρωτοβουλίας, η οποία δεν συνάδει με το δόγμα της δικής τους ιδεολογίας. Ο πολιτικός σχηματισμός που εδρεύει στα μέλαθρα του Περισσού, αλλά και η ψευδο-επαναστατική παραλλαγή του, το ποικιλόχρωμο συνονθύλευμα της Κουμουνδούρου, αποτελούν στις μέρες μας παράγοντες αναχρονισμού, οι οποίοι, χωρίς οι ίδιοι να προτείνουν κάποια ρεαλιστική έξοδο από την κρίση, έχουν καθηλωθεί σε έναν ακτιβισμό κενολόγων διακηρύξεων («νόμος είναι το δίκιο του εργάτη» - «την κρίση να πληρώσουν οι κεφαλαιοκράτες»). Ιστορικές αναλογίες που βιώνουμε όλοι μας σήμερα και οι οποίες εμποδίζουν προς το παρόν την έξοδο από τη βαθιά κρίση...

Wednesday, April 28, 2010

Το τέλος μιας εποχής

Τα σημεία των καιρών, η αντικειμενική εξέλιξη των πραγμάτων κατά την πρόσφατη επικαιρότητα, οι υπομνήσεις και παραινέσεις από την πλευρά των Βορειευρωπαίων κοινοτικών μας εταίρων προς τους ελαφρομυαλους φτωχοδιάβολους Ρωμιούς να κάνουν επιτέλους κράτει με την άφρονα χρήση των κοινοτικών κονδυλίων. Όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας, οριστικά και αμετάκλητα πλέον μαρτυρούν ότι βιώνουμε όλοι μας το τέλος μιας εποχής .
Πράγματι, ένα κεφάλαιο από την νεοελληνική ιστορική μας περιπέτεια έκλεισε οριστικά στις μέρες που διανύουμε Πρόκειται για την περίοδο εκείνη της επίπλαστης ευμάρειας που απολαύσαμε ως κοινωνικό σύνολο, ξοδεύοντας από τα έτοιμα: σκορπώντας δηλαδή σε μη-παραγωγικές επενδύσεις (κυρίως στη χρηματοδότηση κρατικοδίαιτων οργανισμών και Μη Κυβερνητικων Οργανώσεων) τα χρήματα εκείνα που σήμερα ζητούμε (με τις γνωστές συνέπειες για την εθνική μας αξιοπρέπεια) από τους συμπατριώτες της Frau Μέρκελ.
Μια κατάσταση πραγμάτων που, όταν την αναλογίζομαι, ανασύρει αυθόρμητα από το υποσυνειδητό μου βιώματα προσωπικά, συνειρμούς υποκειμενικούς γεμάτους πικρή απογοήτευση. Αιφνίδια και όλες μαζί, διδέχονται οι εικόνες από το πρόσφατο παρελθόν η μια την άλλην: εκείνη του αειθαλούς μανδαρίνου σε Υπουργείο, που επι δεκαετίες έδινε τον δικό του τόνο (και χρηματοδοτούσε κατά την προσωπική του κρίση) ποικίλα “ερευνητικά” προγράμματα που θα προωθούσαν τα “εθνικά” μας θέματα;,. Της κυρίας συμβούλου Τύπου σε διπλωματική μας αποστολή στους Αντίποδες, που προπαγάνδιζε τις “εθνικές” θέσεις για το “Μακεδονικό”, μοιράζοντας φυλλάδια και μπροσούρες, οπου πρωταγωνιστούσε ο κομματικός της ηγέτης. Του (κομματικού) νομάρχη, που με τον δεκάρικό του λόγο στο επίσημο γεύμα για τους ξένους συνέδρους στη Θεσσαλονίκη, έσβησε με μια μονοκονδυλιά τον επιστημονικό χαρκτήρα του συνεδρίου. Του διευθυντή του Ε.Ο.Τ. σε χώρα της Κ. Ευρώπης που, μέχρι την αντικατάστασή του από τον επόμενο κομματικό ευνοούμενο, παρέμεινε ανύποπτος και αδαής περί την γλώσσα και τη νοοτροπία της χώρας, στην οποία υπηρέτησε. Του δασκάλου σε ελληνικό σχολείο του Εξωτερικού, που με κάθε ευκαιρία υπενθύμιζε το κύριο προσόν του, που δεν ήταν άλλο απο την κομματική του ταυτότητα. Της κομματικής καμαρίλας στον πρυτανικό προθάλαμο…
Μια συνομοταξία κομματικών “ημετέρων” που, δεκαετίες ολόκληρες, κράτησε απογοητευμένους τους άξιους και ικανούς μακριά από τις υπευθυνες θέσεις του κράτους και έδιωξε τους ταλαντούχους νέους στα ξένα. Μια ολόκληρη κάστα που ( παράπλευρη θετική συνέπεια από τη στερεψη των κοινοτικών κονδυλίων) ίσως εκλείψει οριστικά από το προσκήνιο του δημόσιου βίου μας.
Η νέα περίοδος της Νεοελληνικής ιστορίας που ανατέλλει θα αποτελέσει, εκτός των άλλων, και μια περίοδο κάθαρσης για το δημόσιο βίο της χώρας μας. Η αυστηρή λιτότητα που θα επιβληθεί από τους ξένους δανειστές μας θα περιορίσει ασφαλώς την, όπως την είχαμε συνηθίσει μέχρι τώρα, εθνική μας κυριαρχία, αποστερώντας έτσι από το διευθαρμένο κομματικό σύστημα από τις δυνατότητες ιδεολογικής χειραγώγησης του συλλογικού μας φρονήματος.
Ουδέν κακόν αμιγές καλού: ας ελπίσουμε όλοι μας ΄ότι η περίοδος της αυστηρής λιτότητας που αρχίζει θα αποτελέσει και μια περίοδο συλλογικής μας περισυλλογής και εδραίωσης της αντίληψης ότι, εκτός από την κομματική διφθορά που επικρατούσε μέχρι σήμερα, υπάρχει για τη χώρα μας και η οδός της ευγενούς άμιλλας και της αξιοκρατίας .

Wednesday, April 14, 2010

Πως έχουν σήμερα τα πράγματα στην Αποικία

" Mια από τις ιδιαιτερότητες της νεοελληνικής γλώσσας
είναι ότι αδυνατεί να εκφράσει τη σημασιολογική διαφορά,
που υπάρχει μεταξύ των λέξεων statesman και politician"
(ανώνυμος Nεοέλληνας)


Και με το σημερινό σημείωμα θα συνεχίσω την απόπειρα της υπόμνησης των “οικείων κακών’, τα γενεσιουργά αίτια των οποίων δεν εντοπίζονται παρά στα σωθικά αυτού του ιδίου του κοινωνικού μας σώματος. Φαινόμενο, πάνω στο οποίο (όπως τεκμηριώνεται από την πολύ πρόσφατη εκλογικη επιτυχία του καβαλιέρε Μπερλουσκόνι στη γείτονα Ιταλία) δεν διαθέτουμε βέβαια οι Νεοέλληνες το αποκλειστικό “κοπυραϊτ”, μπορούμε ωστόσο να ισχυριστούμε ότι η έντονη παρουσία του στο συλλογικό, το δημόσιο, βίο μας αποτελεί την αντανάκλαση ενός από τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της (ατομικής αλλά και της συλλογικής) ιδιοσυστασίας μας. Ο λόγος για την παρορμητική εκείνη πολυπραγμοσύνη, που αλλάζει τη φορά και την έντασή της οπως οι αέρηδες στο Αιγαίο, ανάλογα πάντα με την εφήμερη επικαιρότητα που, κατά περίσταση, επικρατεί στη χώρα της ‘”φαιδράς πορτοκαλλέας”.
Οι μεταμφιέσεις των πολιτικών , των αιρετών μας αρχοντων,, η μεταπήδησή τους από τον έναν ρόλο στον άλλον, αποτελούν στην αμέριμνη αυτή χώρα φαινόμενο συχνό, ιδιαίτερα σε εκείνους τους δημόσιους άνδρες που πασχίζουν να επιβιώσουν στον ιδεατό κόσμο της τηλεοπτικής θεαματικότητας, την ίδια στιγμή που η αμείλικτη εξέλιξη των πραγμάτων οδηγεί όλους μας- άρχοντες και αρχόμενους, τωρινούς και μελλούμενους- σε καταστάσεις ανεπανόρθωτες.
Κορυφαίο και χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του, μέχρι χθές, Πρωθυπουργού μας, ο οποίος, ως αρχηγός τη Αξιωματιής αντιπολίτευσης, εμφανιζόταν δημόσια με τη ρομφαία του μεγάλου Αναμορφωτή, διαβεβαιώνοντας σε όλους τους τόνους ότι θα επιβάλει στο εσωτερικό της χώρας την κάθαρση από τη διαφθορά ( αρχίζοντας από… τις κατσαρίδες που κυνηγούσε στις δημόσιες εμφανισεις του προεκλογικά στα νοσοκομεία ) και ότι θα αποκαταστήσει το γόητρο της χώρας ως κοινοτικού εταίρου , δίνοντας ο ίδιος τη μάχη για περισσότερους κοινοτικούς πόρους με τις συχνές εμφανίσεις του στις Βρυξέλλες. Μια δημόσια συμπεριφορά που , όπως αποκαλύπτει η τραγική πραγματικότητα, αποδείχθηκε ως κενός θεατρινισμός, όταν ο πρωταγωνιστής του δημόσιου βιου, διαισθανόμενος πρώτος τα επικείμενα τραγικά επακόλουθα, αποφάσισεσε να αλλάξει το ρόλο του και εγκαταλείποντας το ρόλο του πρωτεργάτη-αναμορφωτή, να μεταμορφωθεί σε αναχωρητή από το δημόσιο βίο, οδηγώντας τη χώρα στην περιπέτεια των εκλογών. Σήμερα διάγει τον βίο του επί τιμή δημόσιου άνδρα, απαλλαγμένος από κάθε έγνοια ότι θα λογοδοτήσει ποτέ για τις ενέργειες και την πολιτεία του κατά την πρωθυπουργική του περίοδο.
Η πενταετία του νεο-Καραμανλισμού, θα καταγραφεί στις ιστορικές μας δέλτους ως μια περίοδος οπισθοδρόμησης στα δημόσια πράγματα της χώρας μας. Διαπίστωση που, όσο περνούν οι μέρες αναδεικνύεται όλο και περισσσότερο ως ρεαλιστική και προσδίδει μια προφητική διάσταση στον ποιητικό λόγο του μεγάλου Αλεξανδρινού μας ποιητή, ο οποίος βλέπει” να έφθασε ο καιρός να φέρουμε Πολιτικό Αναμορφωτή “ στην Αποικία.
Στην κατάσταση των δημοσίων πραγμάτων στην οποία μας οδήγησε η πολιτεία των, μέχρι χθές, αιρετών μας αρχόντων δεν απομένει στον “κοινό” συμπολίτη μας, παρά να αναζητήσει κάποια παραμυθία στην κατακλείδα του Καβαφικού ποιήματος
Ίσως δεν έφθασεν ακόμη ο καιρός.
Να μη βιαζόμεθα· είν’ επικίνδυνον πράγμα η βία.
Τα πρόωρα μέτρα φέρνουν μεταμέλεια.
Έχει άτοπα πολλά, βεβαίως και δυστυχώς, η Aποικία.
Όμως υπάρχει τι το ανθρώπινον χωρίς ατέλεια;
Και τέλος πάντων, να, τραβούμ’ εμπρός.

Wednesday, March 31, 2010

Περί ετεροτοπίας συνέχεια

Κατέβηκε,λένε, κάποτε ο Παντοδύναμος στη γή, σε μια . χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου η τυφλή συντεχνιακή ιδιοτέλεια υπερισχύει ακόμα και εκείνου του κοινού κοινωνικού συμφέροντος. Ζήτησε τότε να φέρουν ενώπιόν του έναν από τους κατοίκους της χώρας αυτής, τον οποίον και ρώτησε, ποια θα ήταν η μεγαλύτερη χάρη που θα ζητούσε ο ίδιος από το Θεό. Χωρίς να διστάσει τότε ο Ρωμιός εκείνος του απάντησε: «να ψοφήσει η γίδα του γείτονα»...
Μια αυθεντική λαϊκή παράδοση, η οποία ίσως αδικεί την άδολη φιλοπατρία πολλών ξενιτεμένων Ρωμιών που αναδείχθηκαν στο παρελθόν σε εθνικούς ευεργέτες ή κάποιων μεταναστών τρίτης γενιάς σε μακρινές χώρες σήμερα, που διατηρούν ακόμα ρομαντικά αισθήματα φιλαλληλίας για τους ομογενείς τους στη γενέτειρα των προγόνων τους. Παράδοση, ωστόσο, η οποία αντικατοπτρίζει πιστά τη διαχρονική νοοτροπία του Νεοέλληνα. ‘Ετσι (για να επανέλθω στα περί ετεροτοπίας του προ-προηγούμενου σημειώματος) αν το στοιχείο της αντιπαλότητας είναι εκείνο που προσδιορίζει τη σχέση των διαφόρων ομάδων (των «ετεροτοπιών») μεταξύ τους, προσδίδοντας στη νεοελληνική κοινωνία έναν αναχρονιστικά πρωτόγονο χαρακτήρα, είναι το στοιχείο του φθόνου εκείνο, το οποίο κυρίαρχα καθορίζει τις διαπροσωπικές σχέσεις και τη , μεσογειακή, συμπεριφορά και νοοτροπία όλων ημών των σημερινών Νεο-ελλαδιτών.
Ο περιορισμένος χώρος του σημειώματος αυτού δεν επιτρέπει εδώ παρά την παράθεση ενός δείγματος του εγωκεντρισμού, στοιχείου που, διυποκειμενικά, χαρακτηρίζει την κοινωνική συμπεριφορά των νεο-ελλαδιτών. Μελετώντας κανείς τον κώδικα προφορικής επικοινωνίας, τη νεοελληνική γλώσσα ( μια αντικειμενική κατηγορία, όπoυ αντανακλώνται οι ανθρώπινες σχέσεις) διαπιστώνει ότι περιλαμβάνει λέξεις, το σημασιολογικό περιεχόμενο tvν οποίων μόνο περιφραστικά θα μπορούσε να αποδοθεί σε μια οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή διάλεκτο. Η λέξη «ρουσφέτι», για παράδειγμα (αμετάφραστη μονολεκτικά σε μια ευρωπαϊκή γλώσσα) που σημαίνει την αμφίδρομη σχέση εξάρτησης πολιτικού και ψηφοφόρου, χαρακτηρίζει μια σχέση-κλειδί στη λειτουργία του πελατειακού συστήματος μιας κοινωνίας, όπου η παροχή ίσων ευκαιριών και η αξιοκρατία δεν αποτελούν παρά κενές επικlήσεις στα πλαίσια της προεκλογικής τελετουργίας. Με τη λέξη «ατσίδας» (το έτυμο της οποίας χάνεται στα σκοτάδια των χρόνων της Τουρκοκρατίας) χαρακτηρίζουμε εμείς οι Νεοέλληνες, το άτομο εκείνο που, χωρίς ιδιαίτερη προσήλωση σε ηθικούς κανόνες, έχει αναρριχηθεί στα ύψη της κοινωνικής κλίμακας.
Από την άλλη πλευρά, τις έννοιες εκείνες που εκφράζονται μονολεκτικά σε μια κοινωνία, όπου ο σεβασμός στα δικαιώματα του πλησίον αποτελεί αυτονόητο κανόνα καθημερινής συμπεριφοράς δεν μπορεί η Κοινή νεοελληνική μας γλώσσα να αποδώσει παρά περιφραστικά. Τη γερμανική λέξη, για παράδειγμα,Ruecksicht (αλλά και την ταυτόσημη τσεχική ohled) που σημαίνει : «να μην γυρίζει κανείς την πλάτη του στον διπλανό του, αλλά να βλέπει και να σέβεται τα δικαιώματά του» αδυνατούμε εμείς οι Νεοέλληνες να αποδώσουμε μονολεκτικά...
Η κυρίαρχη θέση του φαινομένου της ετεροτοπίας στο δημόσιο βίο της χώρας μας αντανακλάται κατ’εξοχήν και στους οργανωμένους πολιτικούς σχηματισμούς, στα κόμματα. Γεννημένα από τα σπλάγχνα μιας κοινωνίας κατακερματισμένης σε ετεροτοπίες, ομάδες που αδιαφορούν η μια για την τύχη της άλλης, τα σημερινά πολιτικά κόμματα δεν θα μπορούσαν να έχουν άλλη ύψιστη αρχή, από εκείνην της κατά περίστασιν θωπείας μιας από τις παραπάνω ομάδες.
Κανόνας από τον οποίο δεν εξαιρείται ούτε το κόμμα εκείνο, που, θεωρητικά, ταυτίζεται με τους «κοινωνικούς αγώνες» μιας και μόνον τάξης , του λεγόμενου προλεταριάτου...
(έπεται συνέχεια)

Wednesday, March 24, 2010

Attn.: Readers from British Columbia Canada only

Αν το επιθυμείτε, μπορείτε μέσω του e-mail μου (victor@the.forthnet.gr) να μου δώσετε
διευθύνσεις για να σας στείλω (χωρις, εννοείται, κάποια υποχρεώση του παραλήπτη)
δημοσιe;yματα και βιβλία μου.

Wednesday, March 17, 2010

Περί Tευτονικής υπεροψίας

Στο πρώτο μέρος του "Φάουστ", στη σκηνή έξω από την πύλη, παρουσιάζει ο Γκέτε τους "κάθε λογής" περιπατητές να εκθέτουν ο καθένας τη δική του άποψη για τη γενικότερη κατάσταση της εποχής τους. Mάστορες, καμαριέρες, σπουδαστές, στρατιώτες και άλλοι, συνθέτουν με τους σύντομους μονολόγους τους ένα πολυποίκιλο μωσαϊκό: "τη φωνή του λαού", όπως θα την ονομάσει με μιαν αδιόρατη ειρωνεία αυτός ο ποιητής-άρχοντας.
Aπό την πολύχρωμη αυτή παλέτα δεν λείπει και ο εκπρόσωπος της μεσαίας αστικής τάξης, που με τη δήλωσή του προσθέτει ένα χαρακτηριστικό δείγμα νοοτροπίας της κοινωνικής αυτής κατηγορίας: "Δεν υπάρχει για 'μένα", λέει, "καλύτερη απασχόληση για τις Kυριακές και τις γιορτές από μια κουβέντα γύρω από τον πόλεμο και τις πολεμικές ιαχές, όταν μακριά, στα βάθη της Tουρκίας, οι λαοί αλληλοσφάζονται".
Κατά τους δυο γεμάτους αιώνες που ακολούθησαν ( ναι, κυριολεκτικά μέχρι τις μέρες μας) το πνεύμα αυτού του μεγαλοαστού βρυκολάκιασε διαχρονικά στο δημόσιο βίο της πατρίδας του Γκέτε καθ’όλη τη διάρκεια των καθεστωτικών φάσεων της ως κρατικού μορφώματος. Μετά την συνένωση την γερμανικών κρατιδίων το 1871 από τον Βίσμαρκ και τη δημιουργία του επονομαζόμενου “Β’ Ρά¨ιχ” ο γερμανός μεγαλοαστός δεν περιορίζεται μόνον να παρακολουθεί απλώς μέσα από την θαλπωρή της ιδιοκτησίας του από την εφημερίδα του τις περιπέτειες των "εξωτικών" λαών στη μακρινή Aνατολή, αλλά σκαρφίζεται και τις λύσεις για τα προβλήματα των ιθαγενών.. Ως μεγαλομέτοχος πλέον της πολεμικής βιομηχανίας της χώρας του θα μεριμνήσει για το αυγάτισμα, τη συσσώρευση του κεφαλαίου του που προέρχεται από την αφαίμαξη του υπερπροϊόντος των “ανώριμων” λαών μέσω των εξαγωγών ολοένα και πιο εξελιγμένων φονικών συστημάτων.
Ο ήρωάς μας πλέον ανήκει στην τάξη των Kriegsgewinnler ( τεχνικός όρος που αποδίδει, με τη θαυμαστή επάρκεια της γερμανικής γλώσσας, τον κερδοσκόπο που επενδύει στον πόλεμο) που είναι και οι αφανείς πρωταγωνιστές των δυο παγκοσμίων πολέμων. Μια στάση ζωής που τη συνοδεύει η διαχρονική υπεροψία που θα αποτελέσει και το φυτώριο για το καθεστώς εκείνο, το “Γ’ Ράϊχ “ που θα εφαρμόσει με τη στυγερή του πράξη τις δικές του "τελικές λύσεις" στους "κατώτερους λαούς" της Eυρώπης...
Η τευτονική υπεροψία απέναντι στην χρεωκοπημένη σημερινή Ελλάδα που εκφράζεται τόσο από τα γερμανικά Μ.Ε. όσο και από την άρνηση της επίσημης Γερμανίας να συνδράμει οικονομικά τον “άφρονα” εταίρο της βρίσκονται και σήμερα στην πρώτη θέση της επικαιρότητας. ΄Ενα δεδομένο που οδηγεί τον “κοιν’ο” συμπολίτη μας στο καταθλιπτικό ερώτημα πότε βρισκόμασταν σε χειρότερη θέση ως κοινωνικό σύνολο: στους χρόνους της γερμανικής κατοχής της πατρίδος μας, όταν εκχωρήθηκε, με τη γνωστή μεθόδευση, στο γερμανικό “Γ’ Ράίχ” το “δάνειο” ή σήμερα που, όντας με το υστέρημα του εθνικού μας υπερπροϊόντος από τους καλύτερους πελάτες της γερμανικής πολεμικής βιομηχανίας, βιώνουμε τον απροκάλυπτο εκβιασμό των πολεμικών βαρόνων στη χώρα της κ. Μέρκελ για να παραμείνουμε προσδεδεμένοι ως οικονομικοί είλωτες της πολεμικής της βιομηχανίας.
Ερώτημα ωστόσο, το οποίο (όπως θα διαπιστώσει κανείς από τα δημοσιεύματα στον γερμανικό τύπο) δεν απασχολεί μόνον τον κοινό συνέλληνα, αλλά και την προοδευτική διανόηση στη σημερινή Γερμανία. Είναι αυτή η “άλλη” Γερμανία που είχα την καλή τύχη να γνωρίσω στα χρόνια της νιότης και των σπουδών μου εκεί. Είναι η Γερμανία των ποιητών και των στοχαστών που, για καλή μας τύχη, δεν έχει εξαφανισθεί από τη βαρβαρότητα των ημερών μας.

Wednesday, March 3, 2010

Ένα ελληνικό κοινωνικό φαινόμενο: η Ετεροτοπία

Η . οπωσδήποτε αρνητική, δημοσιότητα , που συνοδεύει σε διεθνές επίπεδο, τη χώρα μας σήμερα, οι δυσοίωνες προοπτικές που προδιαγράφονται, (ουσιαστικά: η χρεοκοπία μας ως κράτος, που δεν έχουμε ακόμα αντιληφθεί πλήρως), αλλά (το χειρότερο), η αυτοκαταστροφική μας συλλογική εμμονή να αναζητούμε τη ρίζα της κακοδαιμονίας μας σε κάποιες φαντασιακές και υπερβατικές κατηγορίες, ( όπως την «ανθελληνική συνωμοσία» ή το «διεθνές κεφάλαιο») είναι οι παράγοντες εκείνοι που υπαγορεύουν τις απαισιόδοξες διαθέσεις με τις οποίες συντάσσεται του σημερινό μου σημειώμα. Υπό το κράτος λοιπόν της αμηχανίας που διακατέχει τον «κοινό» συνέλληνα θα πασχίσω να αναζητήσω την αιτία της κρίσης όχι σε κάποιους εξωγενείς παράγοντες, αλλά σ’αυτήν την ίδια την ιστορική μας περιπέτεια ως κοινωνικού συνόλου.
Η πατρίδα μας συνιστά, ως πολιτειακή πραγματικότητα, μιαν αποκλειστικότητα, διότι- μόνη αυτή στη σημερινή Ευρώπη- παρουσιάζει το φαινόμενο του συνταγματικού συγκρητισμού , της επιβίωσης δηλαδή αρχέγονων στοιχείων εθιμικού δικαίου, τα οποία, στην καθημερινή πράξη, υπερισχύουν πολλές φορές και αυτών ακόμα των προσδιορισμένων από το γραπτό Σύνταγμα θεσμών. ΄Ετσι ο θρησκειολογικός όρος «συγκρητισμός» περιγράφει πληρέστερα την πραγματικότητα που χαρακτηρίζει το δημόσιο βίο της σημερινής Ελλάδος. Ενός , τυπικά, κράτους-μέλους της Ε.Ε., το οποίο, αν και δανείστηκε από τη Δύση τους πολιτειακούς θεσμούς του σύγχρονου κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, εξακολουθεί να διατηρεί στη συλλογική νοοτροπία των υπηκόων του έθιμα και πρακτικές από το μεσαιωνικό παρελθόν της χώρας αλλά και από τους χρόνους της Τουρκοκρατίας, Χαρακτηριστική είναι εδώ η στάση τόσο κάποιων από τους κατά καιρούς αιρετούς άρχοντες όσο και συλλογικών φορέων εκπροσώπησης, οι οποίοι, σε στιγμές από τις συνήθεις εσωτερικές μας κρίσεις, διατείνονται ότι «πάνω από τους (συνταγματικούς ) θεσμούς παραμένει η βούληση του λαού».
Παρακάμπτοντας όμως τις ιστορικές αιτίες του φαινομένου, αξίζει ( τώρα ιδιαίτερα με την εθνική μας αυτοκαταστροφή που επίκειται από το ξέσπασμα των «ταξικών» αγώνων που θα προκαλέσουν τα οργανωμένα συνδικάτα)να αναλογιστούμε τις συνέπειες που επίκεινται.
Η εικόνα , την οποία παρουσιάζει η σημερινή Ελλάδα σε κάθε αμέτοχο ξένο παρατηρητή είναι εκείνη μιας κοινωνίας κατακερματισμένης σε ένα πλήθος από ομάδες, οι οποίες, αν δεν αλληλοσπαράσσονται, αδιαφορούν η μια για την τύχη της άλλης. Φαινόμενο, το οποίο αδυνατεί να προσεγγίσει κανείς με τις συμβατικές μεθόδους κοινωνικής έρευνας, αλλά και με την οποιανδήποτε παραλλαγή νεοεγελιανής (κοινώς: «μαρξιστικός»0 θεώρησης περί ταξικης αντίθεσης.
Οι σημερινοί υπήκοοι της χώρας-μέλους της Ε.Ε. αποτελούν μια συμπαγή εθνογλωσσική ενότητα με κοινές, μακραίωνες ιστορικές εμπειρίες και κοινό ένδοξο παρελθόν, κοινή γλώσσα και θρησκεία. Στους κόλπους όμως της ελληνικής κοινωνίας συνυπάρχουν απλώς – χωρίς τον (αυτονόητο για μια σύγχρονη πολιτισμένη κοινωνία) συνεκτικό ιστό της έμπρακτης και ενσυνείδητης κοινωνικής αλληλεγγύης- εσωστρεφείς και περιχαρακωμένες μέσα στην ιδιοτέλειά τους, οι παραπάνω ομάδες.
΄Ενα αξιοπερίεργο απολίθωμα για τους Ευρωπαίους εταίρους, αλλά αδηφάγο καρκίνωμα για το κοινωνικό μωσαϊκό της σημερινής Ελλάδος, το αναχρονιστικό αυτό φαινόμενο της επιβίωσης του βυζαντινού σωματείου (κλειστής επαγγελματικής συντεχνίας) και του esnaf της Τουρκοκρατίας, η κάθε ομάδα αποτελεί έναν κλειστό μικρόκοσμο που αυτοπροσδιορίζεται σε αντιδιαστολή με όλες τις υπόλοιπες. Μια νησίδα απομονωμένη, όπ0υ δεν ισχύουν ο κοινωνικός συμβιβασμός και η αλληλεγγύη, ο χώρος αυτός αποτελεί, σύμφωνα με τον προσφυή χαρακτηρισμό του Μ. Φουκώ , την ετεροτοπία. ΄Εναν κόσμο «έτερο» (mundus idem et alter) στο χώρο ενός δεδομένου ευρύτερου κοινωνικού συνόλου.
Με τις ετεροτοπίες θα ασχοληθούμε και στο επόμενο σημείωμα, όταν πλέον θα έχουν εξαγγελθεί τα κυβερνητικά μέτρα που, οπωσδήποτε, θα αφυπνίσουν την ιδιοτέλεια της μιας ή της άλλης κλειστής ομάδας....

Wednesday, February 17, 2010

Σημειώσεις στο περιθώριο της τρέχουσας επικαιρότητας

« Ο άνθρωπος είναι, πολλές φορές, ο ίδιος αφεντικό της μοίρας του. Ας μην αναζητούμε λοιπόν, αγαπητέ Βρούτε, το στίγμα του εθελόδουλου σε κάποιο αστρικό μας ζώδιο, αλλά στον ίδιο τον εαυτό μας»
« H Iστορία δεν πράττει τίποτε, δεν διαθέτει κάποιον απερίγραπτο πλούτο δυνατοτήτων, δεν μάχεται αγώνες! Aντίθετα, ο άνθρωπος είναι εκείνος, που ενεργεί, που έχει όλες τις δυνατότητες, που αγωνίζεται· δεν είναι διόλου η "Iστορία", που , σαν να ήταν κάποιο ιδιαίτερο άτομο, μεταχειρίζεται τον άνθρωπο ως μέσον για να επιτύχει τους στόχους της. H Iστορία δεν είναι τίποτε άλλο παρά οι πράξεις των ανθρώπων, που επιδιώκουν τους δικούς τους σκοπούς "
Δυόμισι περίπου αιώνες χωρίζουν χρονικά τα δυο παραπάνω αποσπάσματα. Παραθέματα από δυο γραμματειακά είδη διαφορετικά, που αντανακλούν, ωστόσο, τόσο για τον ποιητή (Σαίξπηρ, «Ιούλιος Καίσαρ»)όσο και για τους δυο νεο -εγελιανούς κοινωνικούς οραματιστές ( K. Mάρξ- Φ. Έγκελς, «H Aγία Oικογένεια») μια ταυτόσημη ανθρωποκεντρική θεώρηση του ιστορικού γίγνεσθαι. Η ελεύθερη ανθρώπινη βούληση που ενεργεί αυτόνομη , η ανθρώπινη πράξη που αναπτύσσεται ελεύθερη από κάποιους υπερβατικούς παράγοντες – μια εμπειρία που επαναλαμβάνεται, καλύπτοντας ολόκληρο το χρονικό φάσμα της ανθρώπινης Ιστορίας, από τους αρχαιότατους χρόνους μέχρι, κυριολεκτικά, τις μέρες μας.
Αφού όμως ο ανθρώπινος παράγων αποτελεί ένα κατεξοχήν γενεσιουργό αίτιο που υπαγορεύει την ιστορική εξέλιξη, θα πρέπει να δεχθούμε ότι στην Ιστορία παραμένει πάντα ανοιχτή μια δυνητική εξέλιξη. Με άλλα λόγια, τα γεγονότα εξελίσσονται ανάλογα με την ενεργό πράξη του ατόμου που είναι και ο εκάστοτε φορέας της Εξουσίας. Το παράδειγμα που χρησιμοποιούμε για την περίπτωση αυτήν είναι, νομίζω, διδακτικό: όταν θέτει κανείς το (ρητορικό) ερώτημα «που θα βρισκόταν η Ελλάδα σήμερα, αν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής (senior), δεν ακολουθούσε την πολιτική της ένταξής μας στην τότε ΕΟΚ» θεωρεί ως δεδομένη μια διαφορετική αλληλουχία των γεγονότων που ακολούθησαν μετά την πολιτική πράξη του εν λόγω πολιτικού άνδρα. Μια διαφορετική εξέλιξη, δηλαδή, κατά την τελευταία τριακονταετία της ιστορικής μας περιπέτειας.
Καταμεσίς στη δίνη των γεγονότων μιας ζοφερής πραγματικότητας που μας περιβάλλει, μέσα στην τρέχουσα κρίση που βιώνουμε ως κοινωνικό σύνολο, αποτελεί, νομίζω, μια επιτακτική ανάγκη να προσφύγουμε στην ιστορική εμπειρία και, υπερβαίνοντας τις όποιες μικροκομματικές μας διαφορές ή, ακόμα, και τα όποια επιμέρους συντεχνιακά μας υλικά συμφέροντα, να αξιολογήσουμε την πολιτική πράξη των αιρετών μας αρχόντων και, ανάλογα, να προσαρμόσουμε κι’εμείς ως κοινωνικό σύνολο την συλλογική μας συμπεριφορά.
Άδηλο είναι βέβαια το μέλλον και δυσθεώρητες για τον κοινό πολίτη οι συνέπειες από την πολιτική πράξη των σημερινών αιρετών μας αρχόντων, οι ενέργειες των οποίων μας παρέχουν ωστόσο ένα μέτρο σύγκρισης και για τη δική μας συμπεριφορά ως αρχομένων. Ξεκάθαρη είναι ωστόσο σήμερα η πολιτεία των δυο πρωταγωνιστών της πολιτικής μας σκηνής, οι οποίοι γνώριζαν και οι δυο τους τις συνέπειες της δημοσιονομικής κρίσης που βρίσκεται ήδη σε πλήρη εξέλιξη. Ο ένας, ο προηγούμενος πρωθυπουργός, προτίμησε να ακολουθήσει την οδό των εκλογών και παραμένει έκτοτε ρίψασπις και ιδιοτεύων. Ο έτερος ανήλθε στην εξουσία έχοντας την πρόδηλη πρόθεση να εφαρμόσει τις νεοφιλελεύθερες συνταγές των Βρυξελλών, παραμερίζοντας ακόμα και τις βασικές αρχές της σοσιαλιστικής ιδεολογίας του.
Μια απόπειρα υπέρβασης, μια ρεαλπολιτίκ, την οποία, στους χαλεπούς καιρούς μας, δεν μας μένει παρά να στηρίξουμε με τη στάση μας.

Wednesday, February 3, 2010

Είδωλα και εικόνες

Είδωλα και εικόνες


΄Οσο περνούν οι μέρες, όσο βουλιάζουμε ως κοινωνικό σύνολο ακόμη πιο βαθιά στο τέναγος της πρωτόφαντης οικονομικής κρίσης, τόσο περισσότερο αποκαλύπτονται μπρός στα μάτια του κάθε απλού συνέλληνα όλο και περισσότερες λεπτομέρειες από το τερατούργημα που μας άφησε “πεσκέσι”, εγκαταλειποντας τα δώματα της Εξουσίας, η προηγούμενη κυβέρνηση και ο αρχηγός της. Το μέγεθος του φαινομένου αυτού (στο οποίο στο προσεχές μέλλον θα αναφερόμαστε πλέον χρησιμοποιώντας αυγκεκριμένους τεχνικούς όρους της νομικής επιστήμης) εμφανίστηκε μάλιστα προχθές- με την δραματική έκκληση του σημερινού πρωθυπουργου, στα αισθήματα φιλοπατρίας όλων μας- σε μια πληρέστερη διάσταση.
Τώρα φάνηκε ξεκάθαρα- μετά τη δραματική έκκληση του σημ. Πρωθυπουργού, ο οποίος, ευθαρσώς, πήρε και την ευθύνη για τα αναμφισβήτητα επαχθή μέτρα του Προγράμματος Σταθερότητος- ο αυθεντικός χαρακτήρας της δημόσιας εικόνας που καλλιεργούσε σε όλο το διάστημα της διακυβέρνησής του, ο προηγούμενος αιρετός μας ηγέτης. ΄Ενα στιλ σοβαροφάνειας με εξαγγελίες για κάποιες δραματικές αποφάσεις (“για το καλό” του σημερινού πληθυμού) που όμως δεν παρουσιάστηκαν ποτέ. Η δημόσια εμφάνιση του τέως πρωθυπουργού παρέμεινε, σε όλη τη διάρκεια της πενταετούς θητείας του, ένα εκτόπλασμα, ένα είδωλο χωρις κάποιο αυθεντικό πρωτότυπο. Μια δημόσια εικόνα, την οποία ο τέως πρωθυπουργός αποκαθήλωσε ο ίδιος όταν, προφανώς κουρασμένος από το παιχνίδι, κατάλαβε ότι η κρίση είχε πλέον περάσει από την Κερκοπορτα εντός των τειχών .
Η δημοσιονομική κρίση ( για την οποία δεν θα πρέπει να είμαστε “ευγνώμονες” σε κανέναν άλλον παρά στους ίδιους τους εαυτούς μας και στους αιρετούς άρχοντες που επιλέγουμε) έφερε όμως στο προσκήνιο, με κάποια δηλητηριώδη δημοσιεύματα στον ξένο τύπο, μια πτυχή από τη συλλογική νοοτροπία που, διαχρονικά, χαρακτηρίζει την Εσπερία. Πρόκειται για την εικόνα του “σχισματικού Έλληνα” (Graecus schismaticus) που εκπορεύεται από την παπική ιστοριογραφία και περνά στην ακαδημαϊκή διδασκαλία του μεσαιωνικού πανεπιστημίου της Δύσης.
Μια εικόνα που δεν εκριζώνεται ούτε μετά τη Mεταρρύθμιση, ούτε μετά την εκκοσμίκευση και τον ανθρωποκεντρικό προσανατολισμό της διανόησης του Διαφωτισμού: η Aνατολή τοποθετείται στον πολιτισμικό χάρτη που χαράσσει η Δύση σε υποδέεστερη μοίρα. Iδιαίτερα κατά τον 19ο αιώνα, όταν η αποικιοκρατική Eυρώπη ασκεί όχι μόνο την εξουσία επί του του 85% της έκτασης του πλανήτη μας αλλά και ελέγχει τη γνώση για τον πολιτισμό, τις γλώσσες και τις “νοοτροπίες” των κατοίκων του επιβάλλει αυτάρεσκα το σχήμα της “προοδευτικής” και “ορθολογιστικής” Δύσης απέναντι στις “οπισθοδρομικές”, “παραδοσιακές” και “μυστικοπαθείς” κοινωνίες της Aνατολής . Στην πολιτισμική αυτή κλίμακα που καθορίζει η Δύση, οι ορθόδοξες κοινωνίες τοποθετούνται στην Aνατολή, σε κάπως υψηλότερη κλίμακα από εκείνες του Iσλάμ και των υπόλοιπων ανατολικών θρησκειών. Aπό τον κανόνα αυτόν δεν μπορεί να εξαιρεθεί ούτε η προοδευτική διανόηση του 19ου αι, η οποία παραμένει δέσμια των βαθεία ριζωμένων στερεοτύπων της Δύσης. Στο φιλοσοφικό σύστημα του Hegel, φερ ειπείν, ο κόσμος των ορθοδόξων σλάβων δεν αποτελεί καν ιστορική κατηγορία, ενώ πρόδηλη είναι στον νεοεγελιανό Marx η ελάχιστη σημασία που αποδίδει στον πολιτισμό και την ιστορική παρουσία των ορθοδόξων ανατολικών Σλάβων.
Μια συλλογική νοοτροπία που διαχρονικά χαρακτηρίζει τη στάση της Εσπερίας απνέναντι μας, την οποία (είναι δυστυχώς αλήθεια) φροντίζουμε και μόνοι μας να διαπορούμε ακέραια...

Wednesday, January 20, 2010

Περί συλλογικής λεξιπενίας

Και με το σημερινό μου σημείωμα θα παραμείνω στη θέση του απλού, ανώνυμου ατόμου, του υπηκόου που παρακολουθεί τα έργα και τις ημέρες των αιρετών του αρχόντων, χωρίς ο ίδιος να έχει κάποια δυνατότητα παρέμβασης στα δημοσίως δρώμενα. Ο απλός, ανώνυμος πολίτης, ο οποίος, ωστόσο, αισθάνεται ότι οι μέρες που βιώνουμε, η τρέχουσα πραγματικότητα, είναι σημαδιακές: στον ευρύτερο χώρο γύρω μας κυριαρχεί η παγκόσμια συγκίνηση για τις εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπινες ζωές-θύματα του Εγκέλαδου στη μακρινή Καραϊβική. Εντός των τειχών, πάλι, έχουμε ήδη όλοι μας αισθανθεί στο πετσί μας την κρυάδα από το ποτάμι της οικονομικής κρίσης, στα νερά του οποίου, μας έριξαν οι στομφώδεις αλλά ανίκανοι τέως αιρετοί μας άρχοντες.
Ημέρες κρίσης, λοιπόν, αυτές που βιώνουμε που τις καθιστούν ακόμη πιο καταθλιπτικές, ιδιαίτερα εδώ στο δικό μας, τον ελλαδικό, μικρόκοσμο, η αμηχανία και η σιγή των πνευματικών ανθρώπων. Μια κατάσταση πραγμάτων ανάλογη με εκείνην που καταγράφει σε ένα άρθρο του στη New-York Daily Tribune ο K. Mάρξ στις 3 Mαίου 1853 : " Tο έργο των εγκυκλοπαιδιστών γίνεται, όπως είναι γνωστό, επίκαιρο πάντοτε όταν υπάρχει μεν υπερπληθώρα από δεδομένα αλλά, συνάμα, κυριαρχεί μια γενικότερη πνευματική αδράνεια" [Karl Marx - Friedrich Engels - Werke, τ. 9 (Bερολίνο 1960), σ. 58].
Oι "εγκυκλοπαιδιστές", στους οποίους αναφέρεται ο νεο-εγελιανός στοχαστής, δεν είναι άλλοι από την πλειάδα εκείνη των φιλοσόφων και κοινωνικών οραματιστών (Bολτέρος, Pουσώ, Mοντεσκιέ κ.α.) που συνεργάστηκαν, συντάσσοντας λήμματα για την Encyclopédie. Eνός λεξικού, που εκδόθηκε σε 28 τόμους κατά την εικοσαετία 1751-1772 από τους Diderot και d'Alembert και το οποίο αποτέλεσε τη Bίβλο του γαλλικού Διαφωτισμού. Ένα έργο, που επανέφερε στην κοινή συνείδηση το σημασιολογικό περιεχόμενο από λεξιλογικές ενότητες, από όρους με διαχρονική αξία. Πνευματικό επίτευγμα , η άνθηση του οποίου, , είναι χαρακτηριστικό, γίνεται αισθητή ιδιαίτερα σε εκείνες τις ιστορικές περιόδους που σημαδεύονται από τη γενικότερη έλλειψη πρωτοτυπίας στον ανθρώπινο στοχασμό ή , ακόμα, και από την πνευματική στασιμότητα. Δεν είναι λοιπόν διόλου τυχαίο ότι η λεξικογραφία αναπτύσσεται κυρίως κατά τους Aλεξανδρινούς χρόνους, με κύριο στόχο να καταγράψει και να διασώσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος από την κλασική παράδοση, αλλά και κατά το Mεσαίωνα, το Δυτικό αλλά και εκείνον της βυζαντινής καθ'ημάς Aνατολής.
Στην εποχή της ισοπεδωτικής παγκοσμιοποίησης, της επικράτησης της τηλεοπτικής προφορικότητας, που φαλκιδεύει το αυθεντικό περιεχόμενο των λέξεων, " ο αγώνας για τις λέξεις και τις έννοιες· είναι αγώνας για την ουσία, ήτοι για τον προσδιορισμό ή τον επαναπροσδιορισμό των σχέσεων μετσξύ ανθρώπων".
Η απόφανση αυτή του αείμνηστου Π. Kονδύλη είναι, σήμερα ιδιαίτερα, τραγικά επίκαιρη , όταν είναι ολοφάνερο ότι έχουμε αποβάλει από τη συλλογική μας συνείδηση την έννοια της αλληλεγγύης για τους δυστυχείς συνανθρώπους μας , τα θύματα των σεισμών στην Ταϊτή. Μια συλλογική αδράνεια, οι διαστάσεις της οποίας γίνονται ακόμα πιο οδυνηρές από τον συναγερμό, την ομόθυμη εκστρατεία για αρωγή που εκτυλίσσεται τις μέρες αυτές στις χώρες των βορείων μας εταίρων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Από τους εταίρους μας στην Εσπερία μάς κρατά όμως ακόμα πιο απόμακρους μια ιδιομορφία του συλλογικού μας χαρακτήρα , την έξαρση της οποίας βιώνουμε αυτές τις ημέρες. Είναι η παντελής έλλειψη από το όργανο της επικοινωνίας μας μιας έννοιας που εκφράζεται στα γερμανικά μονολεκτικά: Rueksicht. Μιας έννοιας που μόνο περιφραστικά μπορούμε να αποδώσουμε στην καθ’ημάς Νεοελληνική: «να προσέχεις πίσω σου μήπως ενοχλείς τον πλησίον σου».
Μια αδυναμία έκφρασης που χαρακτηρίζει, με τους εποχούμενους στα τρακτέρ καπεταναίους που έχουν αποκλείσει τις εθνικές οδούς, τη συλλογική ιδιοσυγκρασία του Νεοέλληνα.

Wednesday, January 6, 2010

Iστορικές αναλογίες

Από κεκτημένη συνήθεια (μπορεί όμως και από επαγγελμαυική δισστροφή) θα πασχίσω στο πρώτο αυτό σημείωμα της καινούργιας χρονιάς να προσεγγίσω και πάλι την τρέχουσα πραγματικότητα (αλλά καί τα μελλούμενα να συμβούν) έχοντας ήδη την αίσθηση του déjà vu. Από την αλληλουχία των γεγονότων, κοντολογίς, θα διαπιστώσει κανείς ότι στη ροή του Χρόνου εμφανίζονται κάποιες σταθερές που προσδιορίζουν και την έκβαση των πραγμάυων. . Ναι, υπάρχουν στην Ιστορία αναλογίες. Μια εμπειρία , την οποία, μέχρι σήμερα, μοιάζει οι άνθρωποι της πολιτικής πράξης να αρνούνται να μοιραστούν με τους ιστορικούς…
Από τη σκοπιά του ιστορικού , για να περάσουμε στην τρέχουσα πραγματικότητα, θα σχολιάσω εδώ την άρνηση εκείνου που μέχρι χθές βρισκόταν στο θώκο του ύπατου πολιτειακού αξιώματος στη χώρα μας να ασχοληθεί πλέον με τα κοινά. Μιαν άρνηση που θα θυμίσει στον ιστορικό το σθένος με το οποίο ο Ρωμαίος πολιτικός Κιγκινάτος (Lucius Quinctius Cincinnatus περ. 519- 430 π.Χ.) αρνήθηκε δυο φορές να παραμείνει στην εξουσία του απόλυτου δικτάτορα της Ρώμης, αφού κάθε φορά την είχε λυτρώσει από θανάσιμους κινδύνους.
Με το δεδομένο της άρνησης αυτής εξαντλούνται και οι αναλογίες που υπάρχουν στο βίο και την πολιτεία των δυο ανδρών: ο Ρωμαίος Κιγκιννάτος γυρνούσε στα χωράφια του, αφου είχε ευεργετήσει την πατρίδα του. Κάτι το οποίο ούτε ίδιοι οι μεχρι χθές εκλεκτοί του τέως πρωθυπουργού δεν θα τολμούσαν σήμερα να ισχυρισθούν..
Ο ….αναχωρητισμός του κ. Καραμανλή από τα κοινά που εκδηλώνεται βαθμιαία πρώτα με την απόσυρσή του στα ορεινά έδρανα του Κοινοβουλίου, έξω από τη Βουλή κατόπιν, στα κοσμικά στέκια του Κολωνακίου κατά τη συζήτηση του Προϋπολογισμού, έξω από τα όρια της χώρας, τέλος, στα χειμερινά θέρετρα της Αυστρίας. Ως “Αντι-Κιγγινάτο” θα τον θυμόμαστε στο εξής τον τέως πρωθυπουργό, ο οποίος, όταν πλεόν εξαντλήθηκε η ίδια του η διάθεση για στομφώδεις υποσχέσεις περί “μεταρρυθμίσεων’” και, κυρίως, όταν κατάλαβε πόσο σκούρα ήταν τα πράγματα στην Οικονομία, παράτησε , οπαδούς και αντιπάλους, σύξυλους και εφάρμοσε την κλασική μέθοδο του “στρίβειν δια των εκλογών”….
Ο κ. Καραμανλής θα μπορεί στο εξής ( “χωρίς σύνεσιν χωρίς αιδώ” ) να απολαμβάνει τον ανέμελο βιο του ιδιώτη αλλά και με τη σιγουριά του ανθρώπου , την ψυχική γαλήνη του οποίου κανείς εισαγγελικός λειτουργός δεν πρόκειται να διαταράξει. Ως τέως πρωθυπουργός απολαμβάνει ένα προνόμιο, αδιανόητο για τον οποιονδήποτε κοινό θνητό: τα οποιαδήποτε ολισθήματα, σφάλματα , παραβάσεις καθήκοντος, παραλείψεις και τα συναφή θα παραμείνουν ατιμώρητα από την Δικαιοσύνη .
Μια πραγματικότητα που θυμίζει στο μελετητη του παρελθόντος μιαν άλλη ιστορικη αναλογία: Στη γλωσσική χρήση των λαών της K. Eυρώπης( στη Γερμανική κυρίως, αλλά και στα Tσέχικα που, λόγω της μακράς συμβίωσης στα πλαίσια της αυτοκρατορίας των Aψβούργων, παρουσιάζουν πολλές ταυτόσημες εκφράσεις) υπάρχει η έκφραση «το παράπτωμα του ευπατρίδη» (Kavaliersdelikt) που χαρακτηρίζει ορισμένα αδικήματα που δεν διώκονται, τελικά, ποινικά, επειδή ο δράστης τους ανήκει σε μιαν ιδιαίτερη, προνομιούχα κοινωνική τάξη.
O βιασμός και η διακόρευση της υπηρέτριας από κάποιο άρρεν μέλος του οίκου του βαρώνου αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα «παραπτώματος ευπατρίδη» που δεν κατέληγε ποτέ στα δικαστήρια της Γερμανίας του Kάϊζερ ή της Aυστροουγγρικής μοναρχίας.
Ο διασυρμός της τάλαινας Ψωροκώσταινας από τα διεθνή Μ.Μ.Ε. και η γενικότερη ξεφτίλα (για να χρησιμοποιήσω εδώ μιαν αγοραία αλλά αυθόρμητη ‘εκφραση της αγανάκτησης που μας διακατέχει όλους) είναι σε μεγάλο ποσοστό απόροια του Kavaliersdelikt του κ. τέως Πρωθυπουργού….








"