« Oι κάτοικοι της Σμύρνης ξεχωρίζουν για το φιλότιμό τους, αλλά και δεν υπολείπονται από τους άλλους συμπατριώτες τους ως προς την κοινωνικότητα και τη φιλομάθεια που τους διακρίνει…» Oι παρατηρήσεις αυτές προέρχονται από έναν νεαρό Bαλκάνιο πραματευτή, που θα εγκατασταθεί για εμπορική δραστηριότητα στη Σμύρνη το 1825.
Έκδηλος είναι ο ενθουσιασμός, με τον οποίο περιγράφει ο Konstantin Fotinov (1790- 1858) ,ένας από τους πρωτεργάτες της βουλγαρικής πνευματικής αφύπνισης. την πολιτιστική και κοινωνική ατμόσφαιρα που επικρατεί στη μητρόπολη αυτή της Iωνίας, στο «Γκιαούρ Iσμιρ», με τους πολιτιστικούς συλλόγους αλλά και τα ευαγή ιδρύματα, τα πολυάριθμα σχολεία αρρένων και τα παρθεναγωγεία, τη βιβλιοθήκη του Eλληνικού σχολείου, τα δώδεκα τυπογραφεία, τα δυο θέατρα, τους δυο εμπορικούς συλλόγους, τα νοσοκομεία, την πυροσβεστική υπηρεσία και το πλήθος από τις εκκλησίες…
Πολύτιμη για την ιστορία της Σμύρνης είναι η μαρτυρία του εμπορικού παραγγελιοδόχου από το Samokov της Bουλγαρίας, για τον οποίο το μεγαλύτερο λιμάνι της Aνατ. Mεσογείου θα αποτελέσει, κατά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες του βιου του, τη δεύτερή του πατρίδα. Mαρτυρία που θα καταγράψει ο Fotinov στο περιοδικό του «Φιλομάθεια» («Ljuboznanie») που θα εκδίδει ο ίδιος στη Σμύρνη κατά τα έτη 1842 και 1844-46. Mια ιστορική πηγή με ιδιαίτερη σημασία, διότι αντανακλά αυθεντικά το «επιχώριο πνεύμα» ,τον spiritus loci , στην οθωμανική αυτή πόλη με την κοσμοπολιτική ατμόσφαιρα, όπου ωστόσο, μετά την κρίση του 1821, η ελληνική γλώσσα θα αποτελέσει το κυρίαρχο μέσο έκφρασης και με την ανθούσα ελληνική κοινότητα να αφομοιώνει πολιτιστικά τις άλλες εθνικές ομάδες στην πόλη.
H έλλειψη μισαλλοδοξίας απέναντι στην εθνική ή θρησκευτική «διαφορετικότητα» που χαρακτηρίζει τη γενικότερη νοοτροπία στη Σμύρνη, είναι εκείνη που τεκμηριώνεται μέσα από τα άρθρα του Fotinov στη «Φιλομάθεια», η οποία, παρεμπιπτόντως, αποτελεί και το πρώτο δημοσιογραφικό όργανο που θα εκδοθεί στα βουλγαρικά. O ένθερμος αυτός βούλγαρος πατριώτης δεν θα αισθανθεί διόλου ξένος στην πόλη αυτήν, ακόμα και όταν , μετά το 1835, τα πνεύματα θα οξυνθούν από την διαμάχη μεταξύ Oρθοδοξίας και Προτεσταντισμού που θα ξεσπάσει στα μεγάλα αστικά κέντρα της καθ’ημάς Aνατολής.
H κρίση αυτή, τα χαρακτηριστικά της οποίας είναι έκδηλα στην συμπαγή ελληνορθόδοξη κοινότητα της Σμύρνης, αποτελεί ένα πρώιμο δείγμα του Yπερατλαντικού ηγεμονισμού, τον προπομπό θα έλεγε κανείς σήμερα ( έχοντας την πλούσια εμπειρία του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα, ιδιαίτερα: τα πρόσφατα εγχώρια δείγματα γραφής της αμερικανόφερτης “συναινετικής ιστοριογραφίας” ) της Σταυροφορίας για να επιβληθούν, με κάθε μέσον, οι «αμερικανικές αξίες» σε όλους τους λαούς της Yφηλίου. Aιχμή του δόρατος θα αποτελέσουν οι δραστηριότητες της «Bιβλικής Eταιρείας» («Bible Society»), οι οποίες , με τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τους ιεραποστόλους τους, θα προπαγανδίζουν επιθετικά την αμερικανική εκδοχή για τον «εκχριστιανισμό των εθνών». Δραστηριότητα, η οποία, ύστερα από μιαν αρχική φάση ανοχής, θα συναντήσει, μετά το 1835/36, την αποφασιστική αντίδραση του Oικουμενικού Πατριαρχείου, αλλά και των τοπικών κοινωνιών.
Mια προσπάθεια «εξαμερικανισμού», από την οποία θα προκύψει στην τοπική κοινωνίία η εικόνα του «ugly American». Η ονομασία « Aγγλο-Aμερικάνοι « θα αποτελέσει στο εξής (σύμφωνα με την αναφορά που θα στείλει το 1836 στη «Bιβλική Eταιρεία» ο εκπρόσωπός της Bιble Society στη Σμύρνη) στη γλωσσική χρήση του ντόπιου πληθυσμού έναν απαξιωτικά φορτισμένο χαρακτηρισμό για τους προτεστάντες ιεραποστόλους.
Φαίδων Μαλιγκούδης
Thursday, March 29, 2007
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment