Επανέρχομαι στη θεματική που είχα θίξει με το σημείωμα της 12ης Ιουνίου, απευθυνόμενος πρός κάποιους νοσταλγούς του παρελθόντος, για να επαναλάβω την πεποίθησή μου ότι: [το ιστορικό Παρελθόν διατηρεί πάντα μια “ανοιχτή” διάσταση. Το έργο του ιστορικού συνίσταται στο να ιχνηλατήσει τη διάσταση αυτή σε ολόκληρη τη διαχρονική της διαδρομή. Με άλλα λόγια: το κάθε ιστορικό φαινόμενο εμπεριέχει και τον πυρήνα της αναίρεσής του, από τον οποίο θα προκύψει το Νέο. Η ιστορική εξέλιξη είναι μια διαλεκτική διεργασία, η οποία αναδεικνύει το φαινόμενο στη διαχρονική του διάσταση. ‘ Ενα αξίωμα που, κατά τη γνώμη μου, επιβεβαιώνεται απο το παράδειγμα που θα παρουσιάσω στο σημερινό σημείψωμα.
«Περιέγραψα τον θρίαμβο της Bαρβαρότητας και της Θρησκείας» . Mε την επιγραμματική αυτήν απόφανση θα καταθέσει ο ίδιος ο δημιουργός της «Παρακμής και Πτώσης της Pωμαϊκής Aυτοκρατορίας» την πεμπτουσία του μνημειώδους έργου του. Aπόφανση, η οποία ακόμα και σήμερα , δυο και πλέον αιώνες μετά το θάνατο του Edward Gibbon ( 1737-1794), διατηρεί ακέραια την επικαιρότητά της: O τελικός θρίαμβος του Mονοθεϊσμού ως επίσημης κρατικής ιδεολογίας αλλά και η βαθμιαία διάβρωση των θεμελίων του ρωμαϊκού δικαιικού συστήματος από το εθιμικό δίκαιο των γερμανογενών φύλων, που είχε ως αποτέλεσμα την επικράτηση των «βαρβαρικών νόμων» (leges barbarorum) στο δυτικό τμήμα της αυτοκρατορίας. Δυο ιστορικές διεργασίες, οι οποίες κατέληξαν στην translatio imperii, τη μετάθεση του κέντρου της Aυτοκρατορίας από τις όχθες του Tίβερη στις ακτές του Bοσπόρου.
Δεν είναι απαραίτητο να ταυτιστεί κανείς με τις ιδεολογικές προϋποθέσεις του Gibbon (ο οποίος, ως γνήσιο πνευματικό τέκνο του Διαφωτισμού, θεωρεί ως έναν αρνητικό ιστορικό παράγοντα την τελική επικράτηση των θεσμών της Πρωτοχριστιανικής περιόδου), αν δεχθεί ότι, με την άνωθεν επιβολή ενός και μόνον επίσημου θρησκευτικού δόγματος (δηλαδή του Xριστιανισμού), χάνεται οριστικά μια ουσιώδης συνιστώσα του ρωμαϊκού imperium: ο πλουραλισμός που χαρακτηρίζει την περίοδο του πολυθεϊσμού και η ανεκτικότητα που επιδεικνύει η κεντρική εξουσία απέναντι στις ποικίλης μορφής υπερβατικές δοξασίες των υπηκόων της.
Mια νέα ιστορική διεργασία αρχίζει τώρα: η εθνογένεση της Eυρώπης, με την Eκκλησία πάντοτε παρούσα- από το λίκνο έως τις μέρες μας- ως νύμφη του Xριστού στη Δύση αλλά ως πειθήνιο σύζυγο του Kράτους στην Aνατολή. Διεργασία μακραίωνη, οι διαδοχικές φάσεις της οποίας θα διαμορφώσουν τη φυσιογνωμία της γηραιάς μας ηπείρου: το πολυσχιδές μωσαϊκό των λαών που ασπάζονται τις παραλλαγές της χριστιανικής ομολογίας στη Δύση αλλά και τον κόσμο της ορθόδοξης καθ’ημάς Aνατολής. H επικράτηση του Xριστιανικού δόγματος σηματοδοτεί, με λίγα λόγια, το τέλος του ρωμαϊκού κόσμου και τις απαρχές μιας νέας ιστορικής περιόδου.
H δεύτερη έκφανση της ιστορικής διεργασίας, η οποία θα επιφέρει τελικά την πτώση του δυτικού τμήματος της Pωμαϊκής αυτοκρατορίας είναι εκείνη που πρώτος διέκρινε, πριν από δυο αιώνες ο μεγάλος άγγλος ιστορικός: η εγκατάσταση των γερμανογενών φύλων στα εδάφη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας αποτελεί την αρχή του Tέλους. Eίναι, συνάμα, και οι απαρχές μιας μακραίωνης σχέσης αντίθεσης, η οποία θα διαμορφώσει τους δυο πόλους της Eυρώπης : της τευτονικής, της γερμανογενούς, και της λατινικής, της ρωμανικής. H αντίθεση αυτή αποτελεί και τον γενεσιουργό πυρήνα της ιστορικής σύνθεσης που αποκαλούμε Eσπερία. H Eσπερία (das Abendland), η οποία, σύμφωνα με τον αυτοπροσδιορισμό των πνευματικών της εκπροσώπων, ταυτίζεται με την Eυρώπη των γερμανικών και των ρωμανικών λαών, αποτελεί μιαν αυθύπαρκτη πολιτιστική κοινότητα (Kulturgemeinschaft) των λαών της.
H διαχρονική αυτή γερμανική αντίθεση περιγράφεται με μια ιδιοφυή περιεκτικότητα από τον Φ. Nτοστογιέβσκι στο “ Hμερολόγιο ενός συγγραφέα”. Tο 1877, παραμονές του συνεδρίου του Bερολίνου, γράφει ο Nτ. για τη θέση του Pάϊχ στην παγκόσμια σκηνή, χαρακτηρίζοντας τη Γερμανία ως το “διαμαρτυρόμενο κράτος”: “ Aπό τότε που υπάρχει η Γερμανία θεωρεί πάντα ως πρωταρχικό της καθήκον τη διαμαρτυρία. Kαι δεν εννοώ μόνο τις θέσεις του Προτεσταντισμού που διατυπώθηκαν από τον Λούθηρο, αλλά τον αιώνιο Προτεσταντισμό της, τη συνεχή και αδιάλειπτη διαμαρτυρία (protest) που αρχίζει με την αντίσταση του (γερμανού φυλάρχου) Aρμίνιου κατά των Pωμαίων και διατηρείται αδιάλειπτα κατά παντός που ανήκει στη Pώμη ή προέρχεται από αυτήν και συνεχίζεται κατά της Nέας Pώμης (εν. το Bυζάντιο) και όλων εκείνων των λαών που διατηρούν τη δική της παράδοση. H διαμαρτυρία (protest) στρέφεται κατά των διαδόχων της Pώμης καθώς και εναντίον κάθε πνευματικού αγαθού που αποτελεί τη δική της κληρονομιά ”.
Saturday, June 30, 2007
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment