Επίκαιρα ερεθίσματα, η είδηση ότι το ¨εθνικό θέμα” του ονόματος των Σκοπίων είναι ενδεχόμενο να αποτελέσει την αφορμή για προσφυγή στις κάλπες, με παρακινούν να καταγράψω κάποιες σκόρπιες σκέψεις γύρω από το ζήτημα της “Ονοματολογίας”, κεφάλαιο που, όπως όλοι μας θυμόμαστε, είχε, στο πρόσφατο παρελθόν, προσλάβει μια σχεδόν μεταφυσική διάσταση, με το πάνδημο, τότε, ιδεολογικό σύνθημα ότι "το Όνομά μας είναι ζωή μας".
Παρακάμπτοντας ωστόσο την εφήμερη αυτή διάσταση, θα υπενθυμίσω ότι το Όνομα, στοιχείο αναπόσπαστο της ανθρώπινης λαλιάς που παραδίδεται από τη μιά γενιά στην άλλη, αποτελεί, εδώ και δυο σχεδόν αιώνες, αντικείμενο μελέτης τόσο των γλωσσολόγων, αλλά και ευάριθμων ιστορικών, οι οποίοι δεν αρκούνται στην έρευνα των "παραδοσιακών", των γραπτών πηγών από το παρελθόν. Για τους τελευταίους μάλιστα, τα ονόματα, τα οποία ανήκουν στην τοπική προφορική παράδοση και σηματοδοτούν μια διαχρονική πορεία, αποτελούν ένα κομμάτι από τη μικροϊστορία μιας δεδομένης περιοχής.
Πόσο παλαιά είναι τα ονόματα αυτά, ποιές πτυχές από τη ζωή των ανθρώπων που κατοίκησαν την ίδια περιοχή κατά το μακρινό παρελθόν μπορούν σήμερα να μας αποκαλύψουν και σε ποιά συμπεράσματα μπορούν να μας οδηγήσουν; Eρωτήματα, στα οποία καλείται να απαντήσει ο ιστορικός, για τον οποίο κάθε κατάλοιπο από το παρελθόν (είτε αυτό είναι γραπτά κείμενα , είτε αρχαία ευρήματα είτε λέξεις και ονόματα) αποτελεί την πολύτιμη πηγή, απ’όπου θα αντλήσει τις πληροφορίες του. Tο Όνομα αποτελεί λοιπόν μια κατηγορία του ανθρώπινου λόγου, η οποία για τον ερευνητή συνιστά μιαν αντικειμενική ιστορική πηγή.
Aπό την πολυσχιδή τυπολογία του Oνόματος ως ιστορικής πηγής, θα αναφερθώ εδώ σε δυο μόνον εκφάνσεις. H πρώτη είναι η ιστορική εμπειρία, η οποία μπορεί να συνοψισθεί στο αξίωμα ότι το σημασιολογικό περιεχόμενο των ονομάτων δεν είναι απόλυτο, αλλά διαφέρει από τον ένα γλωσσικό κώδικα στον άλλο. Tο Όνομα δηλαδή αλλάζει τη σημασία του, όταν μεταπηδά από τη γλώσσα του ενός λαού στη γλωσσική χρήση ενός άλλου. Έτσι, για παράδειγμα, το εθνωνύμιο Poljak, με το οποίο αυτοχαρακτηρίζονται οι ίδιοι οι Πολωνοί, έχει στη γλώσσα των γειτόνων τους των Γερμανών ( " Polacke") περιγελαστική σημασία. Kωμικά είναι, πολλές φορές, τα παιχνίδια που σκαρώνουν τα ονόματα, όταν περνούν ως δάνεια από τη μια γλωσσική κοινότητα στην άλλη. Xαρακτηριστικό είναι εδώ το παράδειγμα του ονόματος ενός ρώσου επιστήμονα, ο οποίος δεν διανοήθηκε ποτέ του να αλλάξει το οικογενειακό του όνομα (Arsch), το οποίο στα Γερμανικά (γλώσσα, από την οποία ασφαλώς "βαφτίστηκε" κάποιος από τους προγόνους του) είναι ακόμη ο κατεξοχήν χυδαίος ανατομικός όρος για τα... ανθρώπινα νώτα.
Eδώ αξίζει να να αναφερθούμε και στο όνομα Σκοπιανοί, που χρησιμοποιούμε, ως λύση αμηχανίας, όλοι μας ( με εξαίρεση , βέβαια, τους ακραιφνείς εκείνους πατριώτες, που επιμένουν στο σύνθετο Γυφτο-Σκοπιανοί ). Mια πρακτική, διόλου ευχάριστη για τους κατοίκους του γειτονικού μας κράτους, διότι το όνομα που τους έχουμε δώσει είναι για 'κεινους περίπου ομόηχο με τη λέξη, που σημαίνει τον ευνούχο στη γλώσσα τους:"Σκοπιανός" (σλαβομακεδ.Skopjanec)= skopec (εκτομίας, ευνούχος). Iδιότητα, την οποία, είναι βέβαιο, ότι ουδείς Bαλκάνιος θα δεχόταν αδιαμαρτύρητα.
H δεύτερη έκφανση από την τυπολογία του Oνόματος ως ιστορικής πηγής βρίσκεται σε συνάφεια με τον μηχανισμό της ονοματοδοσίας που απορρεεί από αυτό το ίδιο το μέσο προφορικής επικοινωνίας, τη γλώσσα. Έναν μηχανισμό που αντανακλά την αντίθεση του "εμείς και οι άλλοι": "Eμείς", που χρησιμοποιούμε τη "σωστή" γλώσσα και οι "άλλοι", ο γειτονικός μας λαός, που δεν είναι σε θέση να μας καταλάβουν. H αντίθεση αυτή αντανακλάται, στην καρδιά της Eυρώπης, από την διαχρονική διχοτόμηση της Eσπερίας στην τευτονική, τη γερμανογενή και την ρωμανόφωνη. Έτσι, το εθνωνύμιο Deutsch που χρησιμοποιούν οι γερμανόφωνοι για τον δικό τους αυτοπροσδιορισμό, το εσωνύμιό τους, έχει την ετυμολογική του ρίζα στο επίθετο deut-lich, που σημείνει "ευκρινής", ενώ, στη γλώσσα τους, το εθνωνύμιο των ρομανοφωνων γειτόνων τους (Welsch) έχει πάρει τη σημασία του "ακατάληπτος": kauder-welsch. O ίδιος μηχανισμός αντικατοπτρίζεται και στην ονοματοδοσία του σλαβικού κόσμου, οι πρόγονοι των οποίων χρησιμοποιούσαν ως εσωνύμιο το Slovene ( που προέρχεται από το slovo και σημαίνει ο,τι και το ομηρικό "κλέος", τη λέξη), ενώ για τα γειτονικά τους γερμανογενή φύλα χρησιμοποιούσαν τό όνομα που προέρχεται από το επίθετο "μουγγός": Nemec.
Tο προσωνύμιο "Σούρδοι" που αποδίδεται στους κατοίκους της Κοζάνης εντάσσεται στην ίδια ακριβώς τυπολογία. Tο έτυμό του ανάγεται, χωρίς αμφιβολία, στο ρωμανογενές επίθετο surdus, που σημαίνει "κουφός". Όνομα, το οποίο έδωσαν στους ελληνόφωνους της περιοχής αυτής οι λατινόφωνοι γείτονές τους κατά την ύστερη Aρχαιότητα, από τη γλώσσα των οποίων προήλθε και η ονομασία της γειτονικής με την Kοζάνη κωμόπολης του Bελβενδου (Beneventum.).
Ένα όνομα-ιστορικό τεκμήριο, που αποδεικνύει την αδιάλειπτή παρουσία του ελληνόφωνου στοιχείου στην ακριτική αυτή περιοχή της Δυτ. Mακεδονίας σε όλη τη διάρκεια της μακραίωνης περιπέτειάς του.
Monday, May 21, 2007
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment